Οἱ κλέφτες παληά, πεταλώνανε τά ἄλογά τους ἀνάποδα, ὥστε νά παραπλανοῦν τούς διῶκτες τους, πού ἔψαχναν τά χνάρια τους. Τό ἴδιο κάνει καί ὁ σατανάς, συνήθιζε νά λέη ὁ Ἅγιος Γερβάσιος Παρασκευόπουλος τῆς Πάτρας (†1964). Φορεῖ τά παπούτσια του ἀνάποδα καί μᾶς μπερδεύει. Καί ὅταν μπαίνη στήν καρδιά μας καί ὅταν προσποιῆται ὅτι τάχα φεύγει. Γι᾽ αὐτό χρειάζεται λαγωνικό γιά νά τόν πιάσης. Καί τέτοιο λαγωνικό εἶναι ὁ καλός ἐξομολόγος (Πνευματικός).
«Κάποτε ἕνας ἱερέας ἐπισκέφθηκε ἕνα ἀνθρακωρυχεῖο. Ἐνῶ τόν ξεναγοῦσαν στίς κατάμαυρες στοές τοῦ ὀρυχείου, κάποια στιγμή βλέπει ἕνα ὡραιότατο κατάλευκο λουλούδι νά ἔχη φυτρώσει στήν ἄκρη μιᾶς στοᾶς. Ξαφνιασμένος ρωτᾶ τό συνοδό του: “Πῶς μπόρεσε νά διατηρηθῆ αὐτό τό ἄνθος ἐδῶ μέσα;”. “Ρίξε λίγη καρβουνόσκονη καί θά δῆς”, ἦταν ἡ ἀπάντησι. Ὁ ἱερέας πρόθυμα ὑπάκουσε. Καί ἔκπληκτος διαπίστωσε, πώς μόλις ἡ μαύρη σκόνη ἄγγιξε τά ἄσπρα ἀνθοπέταλα, γλύστρησε στό ἔδαφος, χωρίς νά ἀφήση οὔτε ἴχνος βρωμιᾶς πάνω τους. Τί συνέβαινε; Τό ἄνθος ἦταν τόσο λεῖο καί γυαλιστερό, πού ἡ καρβουνόσκονη δέν μποροῦσε νά κολλήση πάνω του!
Κατά παρόμοιο τρόπο, ὁ καθένας μας μπορεῖ νά κάνη τήν καρδιά του τόσο λευκή καί στιλπνή, ὥστε νά μή μπορῆ νά κολλήση πάνω της οὔτε ἡ παραμικρή ἁμαρτία ἀπό τό ἀνθρακωρυχεῖο αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἀρκεῖ νά ἀκούη μέ προσοχή τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καί νά λευκαίνη καί νά ἁγιάζη τήν καρδιά του μέ τήν Ἐξομολόγησι καί τή θεία Κοινωνία»(περ. Λχ, φ. 76, 1).
<>
<<<
Ἀμόλυντε Κύριε, πού καταδέχεσαι νά μᾶς πλύνης μέ τό Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως. Πόση ἀνακούφισι νιώθω ὕστερα ἀπό κάθε Ἐξομολόγησι! Πόσο δυστυχεῖς, ὅσοι δέν ξέρουν ἀκόμη αὐτό, τό μοναδικό παυσίπονο. Χθές ἐξομολογήθηκα. Μά μήπως σήμερα εἶμαι ἅγιος; Δυστυχῶς κάθε λεπτό ἔχει καί τή δική του μαυρίλα. Ἕνα μέ παρηγορεῖ, ὅτι ὑπάρχει ἡ βάσι, ἡ ἐλπίδα στόν Ἰησοῦ, ἡ ἐκζήτησι τοῦ Ἐλέους Του.
<>
Ἅγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς: «Ἕνας νέος εἶχε φτάσει σέ τόσο μεγάλη ἀπελπισία, ὥστε ἀποφάσισε νά αὐτοκτονήση. Ἐξομολογεῖται σ᾽ ἕνα Πνευματικό. Ἀκούει τόν Πνευματικό μέ προσοχή πού τοῦ λέει:
—Ἐσύ εἶσαι ὑπεύθυνος ὁ ἴδιος γιά τήν κατάστασί σου. Ἡ ψυχή σου κοντεύει νά πεθάνη ἀπό πεῖνα. Ἔμαθες νά ἐνδιαφέρεσαι καί νά φροντίζης πῶς νά θρέψης τό σῶμα σου. Καί ποτέ σου δέν ἐνδιαφέρθηκες γιά τήν τροφή τῆς ψυχῆς σου πού ἔχει πολύ πιό περισσότερη ἀνάγκη ἀπ᾽ τό σῶμα σου. Ἡ ψυχή σου πεθαίνει ἀπ᾽ τήν πεῖνα! Φάε καί πιές τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, παιδί μου. Ἔτσι μόνο θά ἀναζωογονηθῆ ἡ ψυχή σου καί θά γλυτώση ἀπ᾽ τόν αἰώνιο θάνατο.
Πείθεται ὁ νέος ἀπ᾽ τόν Πνευματικό καί φεύγει γιά νά συνεχίση μέ θάρρος καί νέα δύναμι τή ζωή καί ἔτσι σώζεται»(ΒΣ, 6).
<>
Δημήτριος Παναγόπουλος, ἱεροκήρυκας (+1982): «Ὅταν πρωτοεξομολογήθηκα πρίν 30 χρόνια, τό 1950 στήν Τῆνο, εἶχα γράψει τίς ἁμαρτίες μου σέ ἕξι γεμάτες κόλλες ἀναφοράς!
Καί εἶχα καί ἄλλες ἁμαρτίες, πού τίς θυμήθηκα μεταγενέστερα.
Τόσες πολλές ἁμαρτίες εἶχα κάνει!
Δέν εἶχα ἀφήσει τίποτε ὄρθιο καί εἶχα μαζέψει ὅλη τή βρωμιά καί τήν δυσωδία τοῦ κόσμου στήν ψυχή μου...
Καί ὅμως ὁ Θεός περίμενε τή μετάνοιά μου, διότι γνώριζε ὅτι θά ἐπέστρεφα κάποτε, ὥστε νά μέ χρησιμοποιήση ἀργότερα, στή διακονία Του, βοηθώντας τόν συνάνθρωπό μου...
Μπορῶ, λοιπόν, ἐγώ νά μήν ὁμολογῶ καί νά μήν λέω ποιός ἤμουν καί πῶς ὁ Χριστός μέ ἔκανε;
Ἄν ἦταν δυνατόν νά μάθετε τή ζωή μου καί τήν ἐπιστροφή μου στό Χριστό, δέν θά σᾶς ἔπιανε ὁ ὕπνος ποτέ σας!
Ὁ Θεός χάλασε πολλά ζευγάρια παπούτσια γιά νά μέ συλλάβη...
Καί τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς, κάποτε τόν συνέλαβε ὁ Θεός.
Ἄλλον τόν ἔπιασε ἀπό ἕνα πένθος,
ἄλλον ἀπό ἕνα σεισμό,
ἄλλον ἀπό ἕνα καρκίνο,
ἄλλον ἀπό ἕνα πόλεμο...
Καί αὐτό πρέπει νά διηγῆται καί νά ὁμολογῆται ἀπ᾽ τό καθένα.
Κανένας δέν πηγαίνει μέ τριαντάφυλλα στό χέρι στό Χριστό».
«Κάποια μοναχή πήγε στήν Κηφισιά καί πήρε ἕνα ταξί, γιά νά ἀνέβη στήν Ἱ. Μονή Ἁγ. Παντελεήμονα Ν. Πεντέλης.
Ὁ ταξιτζής, πού τήν μετέφερε, εἶχε ἀκούσει γιά τόν π. Σίμωνα Ἀρβανίτη καί ρώτησε τήν μοναχή γιατί ἀνεβαίνει ἐπάνω.
Ἐκείνη τοῦ εἶπε ὅτι πηγαίνει, γιά νά ἐξομολογηθῆ. Ὅταν ἄκουσε αὐτό ὁ ταξιτζής, τή ρώτησε μέ ἔκπληξι:
—Τί ἁμαρτίες ἔχεις ἐσύ πού εἶσαι μοναχή;
Ἐκείνη τοῦ ἀπάντησε πώς ὅλοι ἔχουμε ἁμαρτίες.
Ὅταν ἔφτασε κοντά στό μοναστήρι, ἡ ἄσφαλτος τελείωνε καί ἄρχιζε ὁ χωματόδρομος, πού ήταν χαλασμένος, καί εἶπε ἡ μοναχή νά τήν ἀφήση ἐκεῖ, ἀλλά ὁ ταξιτζής τῆς εἶπε:
—Θά σέ πάω μέχρι τό Μοναστήρι.
Ὅταν ἔφτασαν, ἡ μοναχή τοῦ εἶπε νά περάση στήν κουζίνα νά πάρη ἕνα καφέ. Μόλις τελείωσε ἡ μοναχή τήν ἐξομολόγησί της, εἶπε στόν ταξιτζή:
—Θέλεις νά πᾶς μέσα νά πῆς καμμιά λέξι νά ἐξομολογηθῆς καί νά πάρης τήν εὐχή του;
Ὁ ταξιτζής δέχτηκε, μπῆκε μέσα, πῆρε τήν εὐχή του καί ἄρχισε νά ἐξομολογῆται.
Σηκώθηκε νά φύγη, ἀλλά ἡ πόρτα τοῦ κελλιοῦ δέν ἄνοιγε.
Ὁ ταξιτζής λέει στό Γέροντα:
—π. Σίμων, ἡ πόρτα τοῦ κελλιοῦ δέν ἀνοίγει.
Ὁ Γέροντας τοῦ ἀπάντησε:
—Παιδί μου, δέν ἔχεις ἐξομολογηθῆ ὅλες τίς ἁμαρτίες· γι᾽ αὐτό δέν ἀνοίγει.
Ὁ ταξιτζής τά ἔχασε, συγκινήθηκε καί ἐξομολογήθηκε ὅλες τίς ἁμαρτίες του. Ἀφοῦ εἶδε ὁ Γέροντας ὅτι τά εἶπε ὅλα, τοῦ διάβασε τήν εὐχή.
Ὅταν σηκώθηκε νά φύγη, δέν πρόλαβε νά πιάση τήν πόρτα καί ἄνοιξε μόνη της. Μόλις βγῆκε ἔξω τόν ρώτησε ἡ μοναχή:
—Πῶς σοῦ φάνηκε ὁ παππούλης;
—Τί νά σοῦ πω; Εἶχες δίκαιο, αὐτός εἶναι ἅγιος ἄνθρωπος, καί τῆς διηγήθηκε ὅ,τι συνέβη.
Τῆς εἶπε, ἐπίσης:
—Εὐχαριστώ πάρα πολύ πού μοῦ εἶπες νά ἐξομολογηθῶ, γιατί ἀναπαύτηκε ἡ ψυχή μου, ἀισθάνομαι ἄλλος ἄνθρωπος καί φεύγω ἀπό δῶ ὄχι ὅπως ἦρθα, ἀλλά σάν νά ἔχω φτερά καί πετάω».
<>
Ἅγ. Ἄνθιμος τῆς Χίου: «Ἡ στοργή τοῦ πνευματικού πατέρα εἶναι πολύ ἀνώτερη ἀπό τοῦ σαρκικοῦ. Διότι πολλές φορές ὁ σαρκικός πατέρας μπορεῖ νά σέ παραδώση στήν κόλασι, ἐνῶ ὁ πνευματικός πατέρας ἔχει νά σέ πάη στήν αἰώνια ζωή».
<>
π. Ἀνανίας Κουστένης: «Κάποτε, πῆγε ἕνας φτωχοντυμένος καί ταλαιπωρημένος ἄνθρωπος νά ἐξομολογηθῆ σ᾽ ἕνα περίφημο πνευματικό τῆς ἐποχῆς.
Ὁ ἄνθρωπος εἶχε τέτοια συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός του, τέτοιο προβληματισμό καί πόνο, πού ο καλός πνευματικός θεώρησε σωστό νά τοῦ συστήση νά διαβάση βιβλία τοῦ Παπαδιαμάντη γιά ν᾽ ἀναθαρρήσει καί νά γεμίση πίστι.
Ὁ ταπεινός πληγωμένος ἄνθρωπος εὐχαρίστησε καί ἔφυγε.
Ἔπειτα ἀποδείχτηκε ἐν καιρῷ πώς ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Παπαδιαμάντης!»(https://trelogiannis.blogspot.com).
<>
Δημήτριος Παναγόπουλος, ἱεροκήρυκας: «Δέν ὑπάρχουν σήμερα δάκρυα μετανοίας. Καί νά μᾶς χτυπάνε, δέν κλαῖμε ἐμεῖς, μέ τέτοια κακία πού ἔχουμε. Ἄν χάσουμε τό φίλο μας ἤ τή φιλενάδα μας, μπορεῖ νά κλάψουμε. Ἄν χάσουμε τό δικαστήριο ἤ δέν πετύχαμε τήν ἔξωσι μπορεῖ νά κλάψουμε. Ἁμαρτίες δικές μας δύσκολα κλαῖμε. Γιατί πρέπει ἡ Χάρις νά μᾶς ἐπισκιάση γιά νά κλάψουμε. Τά δάκρυα τά δικά μας, δέν εἶναι δάκρυα μετανοίας πού φτάνουν στόν Οὐρανό καί νά ἀντικαταπέμπουν τή Θεία Χάρι.
Γι᾽ αὐτό καί οἱ Πατέρες λένε, ὅτι ὅσοι ἔχουν δάκρυα στήν προσευχή τους, νά προσέχουνε μή τούς γελάσει ὁ σατανᾶς καί πιστέψουν, ὅτι αὐτοί ἔχουνε δάκρυα καί ἄλλοι δέν ἔχουνε καί πέσουνε ἐκ τῶν δεξιῶν καί χάσουνε τά δάκρυα.
Εἶναι μεγάλο πράγμα νά ἔχη ὁ ἄνθρωπος δάκρυα, ἀλλά νά προέρχονται ἀπ᾽ ταπεινό φρόνημα καί ἀπό ἀναγνώρισι τῆς ἁμαρτωλότητάς του καί ὅτι εἶναι ἔλεος ὅλο αὐτό πού τοῦ κάνει ὁ Θεός.
Κάποτε κάποιος μεγάλος ἐγκληματίας, ἀποφάσισε νά ἐξομολογηθῆ. Καί τί δέν τοῦ εἶπε τοῦ ἐξομολόγου! Φοβερά ἁμαρτήματα!
Στή διάρκεια τῆς ἐξομολογήσεως, ὁ Πνευματικός προσεύχονταν μέσα του:
—Θεέ μου, ἔλεγε φώτισέ με! Πώς νά τοῦ συμπεριφερθῶ καί τί κανόνα νά τοῦ βάλω;
Ὅταν ὁ ἐγκληματίας τελείωσε τήν ἐξομολόγησι, τοῦ δίνει ὁ Πνευματικός ἕνα μικρό βαρελάκι καί τοῦ λέει:
—Πήγαινε νά γεμίσεις αὐτό τό βαρελάκι μέ νερό καί ὅταν τό γεμίσης καί μοῦ τό φέρεις, τότε οἱ ἁμαρτίες σου θά ἔχουν τακτοποιηθῆ!
—Μέ τόσο λίγο κόπο, θά τά τακτοποιήσω ὅλα αὐτά τά ἁμαρτήματα;
Πανεύκολο τοῦ φάνηκε αὐτό τό ἐπιτίμιο τοῦ ἐγκληματία καί ἔτσι τό πῆρε ἀμέσως καί πῆγε σέ ἕνα κοντινό ποταμάκι νά τό γεμίση. Ὅμως παρότι τό γέμιζε μέ νερό, τό βαρελάκι παραδόξως δέν γέμιζε! Τό ἐξέτασε νά δῆ ἄν εἶναι τρύπιο, ἀλλά τό βαρελάκι ἦταν γερό! Ἦταν ἕνα συνηθισμένο βαρελάκι, σάν ὄλα τά ἄλλα. Προσπάθησε στή συνέχεια νά τό γεμίση, ἀπό βρύσες καί ἄλλες πηγές, ἀλλά τίποτε! Καθημερινῶς φρόντιζε, ὅπου ὑπῆρχε νερό νά τό γεμίση, γιά νά πάρη τήν ἄφεσι τῶν ἀμαρτιῶν, ἀλλά μάταια. Ἔτσι παιδευόταν γιά πολλά χρόνια. Μιά μέρα ἦρθε πραγματικά στόν ἑαυτό του. Προβληματιζόταν γιά ποιό λόγο, νά μήν μπορῆ νά γεμίση τό βαρελάκι. Καί λέει σέ μιά στιγμή:
—Θεέ μου, τόσο ἁμαρτωλός εἶμαι, ὥστε οἱ ἁμαρτίες μου δέν ἀφήνουν νά γεμίση αὐτό τό βαρελάκι;
Λέγοντας τά λόγια αὐτά μέ πόνο, τοῦ ἔφυγε ἕνα δάκρυ ἀπ᾽ τά μάτια. Τό δάκρυ αὐτό, ἔπεσε μέσα στό βαρέλι. Καί τότε τό βαρέλι, θαυματουργικῶς γέμισε! Ἁρπάζει τό βαρελάκι καί τό πάει κατευθείαν στό Γέροντα, γιά νά τοῦ δώση τήν ἄφεσι.
Ἡ μετάνοια πού δέν ἔχει δάκρυα, συντριβή καί λύπη, δέν εἶναι ἀξιοποιημένη ὅσο πρέπει. Ὁ Θεός περίμενε ἀπ᾽ τόν ἐγκληματία, τό δάκρυ τῆς μετανοίας του. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δώσει στήν μετάνοιά του ἕνα δάκρυ, εἶναι σάν νά ξαναβαπτίζεται. Καθαρίζεται καί βγαίνει μέ καινούριο ἔνδυμα νά ξαναντιμετωπίση τή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ»(https:// Ἠλίας Καλλιώρας, facebook.com).
<>
Στην όμορφη Νέα Σκήτη, δίπλα στην Ιερά Μονή του Αγίου Παύλου, επισκεφθήκαμε πριν από μερικά χρόνια στην Καλύβη της Υπαπαντής τον γερο-Συμεών. Με ενενηνταπέντε περίπου χρόνια στην πλάτη του, κατάκοιτος, πρόσμενε από ώρα σε ώρα να τον οδηγήση ο θάνατος στον Θεόν. Στο πλευρό του ο υποτακτικός π. Παντελεήμων, στοργικός υιός και φύλαξ άγγελος.
— Τον πρόλαβες, Γέροντα, τον παπα-Σάββα τον Πνευματικό;
— Ω, τον Πνευματικό! Τον οσιώτατο και άγιο εκείνο Πνευματικό παπα-Σάββα! Την ευχή του νάχουμε. Πώς δεν τον πρόλαβα; Σ’ αυτόν εξωμολογούμην. Δεν έλειπα από την Καλύβη του. Και πάρα πολλές φορές τον εβοηθούσα στις Λειτουργίες ως ψάλτης.
— Για πες μας λοιπόν κάτι γι΄ αυτόν. Έχουμε πολλά ακούσει και σκεπτόμαστε να του γράψουμε τον βίο. Λένε πως ήταν σπουδαίος Πνευματικός.
— Είχε μεγάλη χάρι επάνω του. Ήξερε να σκορπίζη θάρρος σ΄όλους. Ιδιαίτερα εμψύχωνε τους νεαρούς μοναχούς. Μόλις τους αντίκρυζε στο εξομολογητήριο του «καλώς τα αγγελούδια!» τους έλεγε χαμογελαστά. «Καλώς, καλώς ήρθαν τα αγγελούδια μου. Εγώ αυτά τα νεαρά καλογέρια αγγέλους τα θεωρώ, που για την αγάπη του γλυκυτάτου μας Χρίστου άφησαν του κόσμου την ματαιότητα και ήρθαν εδώ στας ερήμους». Σ’ όλους επίσης τους αποθαρρυμένους έδινε κουράγιο. «Να μην απογινώσκης (=να μην απελπίζεσαι) έλεγε και ξανάλεγε κάθε τόσο.
— Λένε, Γέροντα, πως είχε μεγάλη τέχνη στην Εξομολόγησι.
— Μεγάλη τέχνη και μεγάλη αγάπη. Δεν ήθελε να του κρύβουν τα αμαρτήματα. Έβλεπε κανένα νεαρό μοναχό η δόκιμο που ντρεπόταν να τα πή όλα, και τι μηχανευόταν; Τεχνάσματα. Τεχνάσματα της αγάπης. «Λέγε, παιδί μου, χωρίς δισταγμό τις αμαρτίες σου. Εγώ είμαι γεροντάκι. Μπορεί να με πάρη και ο ύπνος. Εσύ να συνεχίσης. Ο Χριστός είναι παρών και τα ακούει όλα. Εξομολογήσου τα όλα άφοβα, να καθαρίσης την ψυχή σου, να την κάνης λευκή σαν το χιόνι». Άρχιζε εκείνος να λέη. Ο Πνευματικός φαινόταν πως νυστάζει. Έγερνε το κεφάλι του και ροχάλιζε. Εκείνος εξαγόρευε τότε τις πιο βαρειές αμαρτίες. Ο Πνευματικός έκανε πως ξυπνούσε. Εκείνος συνέχιζε με ελαφρότερες. «Παιδί μου, σταμάτησε λίγο. Προηγουμένως είπες κάποια αμαρτία. Πως την είπες; Δεν άκουσα καλά. Πες την καθαρώτερα να καθαρίσης την ψυχή σου». Εκείνος έπαιρνε θάρρος και την διευκρίνιζε. Ξαλάφρωνε έτσι η ψυχή του, χαιρόταν ο Θεός και πληγωνόταν ο διάβολος.
— Ω, Γέροντα, σ΄ ευχαριστούμε. Μας έδωσες πολύτιμα στοιχεία. Μένουμε κι΄εμείς έκπληκτοι από την τέχνη του μεγάλου αυτού Πνευματικού. Τέχνασμα που σκέφθηκε! Παρόμοιο στο είδος του δεν έχουμε ξανακούσει.
— Σας είπα. Είχε μεγάλη τέχνη και μεγάλη αγάπη.
https://www.agiooros.net/forum/viewtopic.php?t=19998
<>
Στην Σκήτη της Αγίας Άννης κάπου ψηλά είχε την Καλύβη του ένας Πνευματικός. Πνευματικός κι΄αυτός, αλλά χωρίς την πείρα και την διάκρισι του παπα-Σάββα του Πνευματικού. Στο εξομολογητήριό του κατέφθασε κάποια φορά ενας βαρειά, πολύ βαρειά αμαρτωλός. Άλλος με τόσα μεγάλα κρίματα δεν του ξανάτυχε.
Εκείνος, σωστός κάλαμος συντετριμμένος, άρχισε την εξαγόρευσι. Ο Πνευματικός καθώς τον άκουγε κυριεύθηκε από φρίκη. Αναταράχθηκαν τα σωθικά του. «Θεέ μου! Πω, πω,φρικαλεότητες! Τί ακούω! Τί σατανας είναι τούτος»!
Δεν πρόλαβε ο δυστυχής ν’ αποτελειώση και ο Πνευματικός γεμάτος ταραχή:
— Σταμάτησε, του λέει. Έχω φρίξει. Θα χάσω το μυαλό μου. Δεν είναι ανθρώπινες αμαρτίες αυτές. Σατανικές είναι. Φύγε. Η συγχώρησι σου έλειψε! Φύγε. Δεν μπορώ άλλο να σε ακούω. Φύγε.
Το μόνο που του είχε απομείνει στον κόσμο ήταν το έλεος του Θεού, αφού όμως και η πόρτα αυτή έκλεισε, δεν του απέμενε τίποτε. Αντικρύζοντας κάτω την θάλασσα σκεπτόταν την μόνη λύσι: Να ορμήση δηλαδή να πνιγή. Να θέση τέρμα στις τραγωδίες του.
Ο Θεός όμως είναι μεγάλος. Στην κατάστασι αυτή τον είδε κάποιος Αγιαννανίτης, που έτυχε να είναι και γνώριμος.
— Ε! τί συμβαίνει; Πώς είσαι έτσι; Τί έχεις;
Εκείνος δεν μιλούσε.
—Ε! τί έπαθες; Γιατί δεν μιλάς;
Με τα πολλά κατώρθωσε να μάθη τα καθέκαστα. Στενοχωρήθηκε, πικράθηκε η ψυχή του. Πώς να τον βοηθήση; Σκέφθηκε πως μία μόνο λύσις απέμενε, να τον οδηγήση πάση θυσία στον παπα-Σάββα τον Πνευματικό. Κουράσθηκε πολύ, αλλά στο τέλος νίκησε.
Σαν τον αντίκρυσε ο παπα-Σάββας κατάλαβε όλο του το δράμα. Ο αδελφός μου σκέφθηκε βρίσκεται στην άβυσσο. Για να τον ανεβάσω χρειάζεται να κατεβώ κι’ εγώ ως εκεί.
— Πνευματικέ, υπάρχει για μένα σωτηρία;
— Για σένα, αδελφέ μου; Για όλους υπάρχει σωτηρία. Η ευσπλαγχνία του Θεού είναι πιο πλατειά από τον ουρανό και πιο βαθειά από την άβυσσο.
— Μπά! Για μένα τον αμαρτωλό δεν υπάρχει σωτηρία. Αδύνατον. Δεν υπάρχει για μένα.
— Για σένα; Αστείο. Αφού, να σκεφθής, υπήρξε για μένα σωτηρία.
— Και τί αμαρτίες έκανες εσύ;
— Μεγάλες, πολύ μεγάλες αμαρτίες.
— Τί μεγάλες! Ποιος μπορεί να έχη φταίξει στον Θεόν σαν εμένα τον ταλαίπωρο!
— Και όμως! Νά, κάποτε δεν πρόσεξα, παρασύρθηκα κι’ έπεσα στην έξης αμαρτία.
Και ανέφερε εδώ ο παπα-Σάββας κάποια σοβαρή αμαρτία. Ο άλλος τότε σαν να ζωντάνεψε. Πήρε θάρρος.
— Α! Πνευματικέ μου, την αμαρτία αυτή έτσι ακριβώς την έχω κάνει κι’ εγώ.
— Κι’ εσύ; Μην ανησυχής. Ο Θεός θα σε συγχωρήση. Αρκεί που το ωμολόγησες.
Ο παπα-Σάββας προχώρησε με τον ίδιο τρόπο. Το τέχνασμα πέτυχε απόλυτα. Ξεθάρρεψε ο δυστυχής και παρουσίασε με κάθε ειλικρίνεια όλο τον θλιβερό κατάλογο των εγκλημάτων του. Του έδινε κουράγιο η ιδέα πως και ο Πνευματικός ήταν όμοιός του.
— Εγώ, του λέει στο τέλος ο παπα-Σάββας, μετανόησα και έκλαψα πικρά. Έχω δύο χρόνια τώρα που άλλαξα ζωή. Μου έβαλαν κανόνα να γίνω Πνευματικός. Το έκανα κι΄ αυτό. Έκανα ελεημοσύνες. Έκανα νηστείες. Έγινα άλλος άνθρωπος.
— Κι’ εγώ, Πνευματικέ μου, μετανοώ μ΄ όλη μου την ψυχή. Και νηστείες και ό,τι άλλο μου πης θα το εφαρμόσω.
— Αφού αποφασίζεις ν’ αλλάξης ζωή, σκύψε να σου διαβάσω την συγχωρητική ευχή, να σου εξαλείψη ο Θεός όλες τις άμαρτίες.
Έπειτα από λίγο ένας άνθρωπος φτερούγιζε από χαρά, γιατί πέταξε από πάνω του δυσβάσταχτα φορτία. Συναντώντας στην Αγία Άννα τον γνωστό του:
— Μ’ έσωσες, του λέει. Έγινα άλλος άνθρωπος.
— Να δοξάζης τον Θεόν.
— Καλός Πνευματικός. Καλός. Πονετικός. Μόνο που ο καημένος έκανε στην ζωή του χειρότερα από μένα.
Ο άλλος που μπήκε αμέσως στο νόημα:
— Χειρότερα από σένα; Να γελάσω λίγο! Αυτός, Χριστιανέ μου, ζή από μικρός στο Άγιον Όρος και είναι σωστός άγγελος. Γι’ αυτό αξιώθηκε να γίνη και ιερεύς.
Ο άλλος έμεινε άναυδος. Τί συνέβαινε; Με τις εξηγήσεις όμως που του έγιναν κατάλαβε το τέχνασμα της αγάπης. Δοκίμασε μεγάλη έκπληξι. Πράγματι έπειτα από το πλήγμα που του έφερε ο προηγούμενος Πνευματικός, δεν υπήρχε άλλος τρόπος να σωθή από το χείλος της αβύσσου. Και από την στιγμή αυτή κορυφώθηκε μέσα του ένας απέραντος θαυμασμός και μία απεριόριστη αγάπη για τον υπέροχο αυτόν ιατρό και θεραπευτή των ψυχών.
https://www.agiooros.net/forum/viewtopic.php?t=19998
<>
Ο Κύριος έστειλε άγγελό Του για να τον ξυπνήσει και να τον ταρακουνήσει
Ἀναφέρει ὁ Δημήτριος Παναγόπουλος (+1982) ὁ ἱεροκήρυκας:
«Μιλοῦσα στό Ἅγ. Ὄρος πού εἶχα πάει προχθές μέ ἕνα μοναχό, ὁ ὁποῖος κατά οἱκονομία Κυρίου, ἦταν γνωστός μέ την οικογένεια Σαμαρᾶ. Μιᾶς οἰκογένειας που δραστηριοποιοῦνταν μέ τό ἐμπόριο στή Θεσ/νίκη καί εἶχαν μεγάλη οἰκονομική ἐπιφάνεια.
Αὐτός ὁ μοναχός βρέθηκε καί φιλοξενήθηκε ἕνα βράδυ στό σπίτι τους καί μέ ἀφορμή αὐτό τό γεγονός, εἶχε μιά συζήτησι μέ τόν οἰκογενειάρχη Σαμαρά, σχετικά μέ τό θέμα τῆς ἐξομολογήσεως.
—Θά τακτοποιηθῆ καί αὐτό, θά τακτοποιηθῆ καί αὐτό, ἦταν ἡ ἀπάντησι τοῦ κ. Σαμαρᾶ.
—Μά ἄμα φύγουμε ἀπόψε κ. Σαμαρά, τί θά γίνη;, τόν ρώτησε ὁ μοναχός. Νά ἐιδοποιήσω νά ἔρθη ὁ ἐξομολόγος ἀπόψε;
—Ὄχι, ὄχι, ἀλλά θά τό τακτοποιήσω τό θέμα αὐτό, θά τό τακτοποιήσω, ἦταν ἡ κλασική απάντησι τοῦ κ. Σαμαρᾶ
Ξημέρωσε, ἔφυγε ὁ μοναχός γιά τό Ὄρος καί τό ἀπογευματάκι γίνεται ἕνας σεισμός, μέ ἀποτέλεσμα νά σκοτωθῆ ἡ γυναῖκα του. Ἐκείνος καί τό παιδί του, ἀπουσίαζαν ἀπ᾽ τό σπίτι.
Ὅμως μπῆκαν μέσα στό μισογκρεμισμένο σπίτι τους, γιά νά πάρουν τήν τσάντα μέ τά λεφτά πού εἶχαν φυλαγμένα ἐκεῖ, ἀλλά καταπλακώθηκαν ἀπ᾽ τά ἐρείπια καί βρῆκαν καί οἱ δυό τους τραγικό θάνατο.
Ἔτσι ξεκληρίστηκε ἡ οικογένεια Σαμαρά, πού τήν παραμονή τοῦ σεισμοῦ, ὁ Κύριος ἔστειλε ἄγγελό Του, γιά νά τόν ξυπνήση καί νά τον ταρακουνήση.
Ἐκείνος ὅμως ἀπεμπόλησε καί τήν τελευταία εὐκαιρία πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, ἀναβάλλοντας μία ἐξομολόγησι πού δέν ἔγινε ποτέ...».
(Σαλπίσματα ἀληθείας - ψυχοφελεῖς δημοσιεύσεις, facebook.com)
<>
«Ἕνας ἱερέας πῆγε στό super market.
Ὅταν ἅπλωσε τά ψώνια στό ταμεῖο, ἄκουσε πίσω του ἕνα λόγο μέ τό ἐξῆς περιεχόμενο:
—Ὤ, κοίτα, ὁ παπᾶς ἔχει κερδίσει τόσα πολλά γιά τόν ἑαυτό του... Διδάσκει τόν κόσμο γιά τή φτώχεια, ἀλλά ἔχει κερδίσει γιά τόν ἑαυτό του. Γιά νά ὑπερφάει! Τί κοιλιά ἔχει...
Ἦταν ἡ φωνή μιᾶς 50χρονης γυναίκας πού δέν ἠρέμησε καί ἀποφάσισε νά περάση στήν ἐπίθεσι:
—Λοιπόν, πῆρες λίγα γιά τόν ἑαυτό σου;, ρώτησε σαρκαστικά ἡ γυναἶκα.
—Λοιπόν, τά πῆρα, ἀπάντησε ὁ ἱερέας.
—Μᾶλλον γιά ἕνα μῆνα;
—Ὄχι, ἀγαπητή γυναῖκα, νομίζω ὅτι μπορῶ νά τό φάω σέ δύο μέρες.
—Ναί, εἶναι ξεκάθαρο ἀπ᾽ τήν κοιλιά σου ὅτι σίγουρα μπορεῖς νά τό διαχειριστῆς!
—Σωστά προσέξατε, ἡ κοιλιά μου εἶναι ἡ καταδίκη μου. Δέν μπορῶ παρά νά σκεφτῶ τό φαγητό.
—Καί βάζω καί τυρί καί ζαμπόν στό καρότσι μου, λίγο πιό γρήγορα!
—Λοιπόν, καλά, ὑπάρχει μιά τέτοια ἁμαρτία.
—Σωστά αὐτά πού λένε γιά σένα... καί κυκλοφορεῖς καί μέ Mercedes!
—Ὑπάρχει ἕνα πρόβλημα μέ αὐτό... ἔχω ἤδη ἕνα Mercedes, ἀλλά θέλω κάτι πιο σοβαρό. Ὀνειρεύομαι μιά Cadillac, ἀλλά ὅλα πᾶνε πρός τό φαγητό, γιατί πρέπει νά ταΐσω τήν κοιλιά μου...
—Οὔου, οὔα! Ἐντάξει, τουλάχιστον τό παραδέχεσαι! Ὀνειρεύεται τό Koniak! Eἶναι δυνατόν νά μήν μπορῆτε νά ζήσετε χωρίς νά πιῆτε;
—Λοιπόν, τί θά μπορούσαμε νά κάνουμε χωρίς αὐτό; Τώρα θά βγάλω τό ράσο μου καί θά τρέξω στόν πάγκο γιά μπύρα γιά νά μήν μέ δῆ κανείς.
—Ναί... οὔτε ντροπή, οὔτε συνείδησι! Αὐτό ἀκριβῶς λένε γιά σένα!
—Ἀκριβώς, ἀλλά όχι ἀκριβῶς. Ἄν ἤξεραν καλύτερα, θά ἔλεγαν ἀκόμα χειρότερα.
—Χά! Καί γενικά, μετά ἀπό αὐτό, γιατί νά ὀνομάσω τίς ἁμαρτίες μου μπροστά σέ ἀνθρώπους σάν ἐσένα;
—Ὄχι, δέν πρέπει, μήν ἀνησυχεῖς, ἀπάντησε ἤρεμα ὁ ἱερέας, βάζοντας τά πράγματα σέ σακούλες.
Καί τότε ἡ γυναῖκα σώπασε. Ἄν καί τό πρόσωπό της δέν ἄλλαξε, ἦταν ξεκάθαρο ὅτι εἶχε μιλήσει πλήρως καί εἶχε λάβει κάποια ἱκανοποίησι. Ξαφνικά ἐπικράτησε μιά ἠρεμία. Καί τότε ὁ ἱερέας πῆγε στήν ἐπίθεσι.
—Ἐσύ, σάν μητέρα, νιώθεις καλύτερα;
Ὅμως ἡ γυναίκα δέν ἀπάντησε. Στήν πραγματικότητα ἔνιωθε καλύτερα σέ κάποιο βαθμό, ἀλλά φοβόταν νά τό παραδεχτῆ δυνατά. Ὅπως εἴπε ἀργότερα αὐτή ἡ γυναῖκα, ἐκεῖνη τή στιγμή, πρός ἔκπληξί της, ἀνακάλυψε ἕνα ἄγνωστο μέχρι τώρα πράγμα: ἀποδεικνύεται ὅτι ἀκόμη καί ἀπό ἔναν ἱερέα πού τρώει ὑπερβολικά καί ὁδηγεῖ μιά Mercedes, μπορεῖς νά πάρης παρηγοριά!
Ὅμως, ἡ ἀνακούφισι δέν κράτησε πολύ. Ὅταν αὐτή ἡ ὡραία γυναῖκα ἔφυγε ἀπ᾽ τό κατάστημα, εἶδε μέ ἔκπληξι ὅτι ὁ ἱερέας περπατοῦσε πρός τό VAZ 2104 Mercedes του μέ ἄδεια χέρια.
Στήν ἀρχή δέν κατάλαβε ποιό ἦταν τό κόλπο, γιατί ὁ ἱερέας ἔφευγε ἀπ᾽ τό super market μέ τέσσερεις σακούλες. Ὅμως, κοιτάζοντας πίσω, εἶδε τέσσερεις ἄστεγους νά ἐξετάζουν χαρούμενα τό περιεχόμενο τῶν πακέτων πού εἶχαν στά χέρια τους...
Ἐδῶ, ἡ “παρηγοριά” τῆς ἀναζητήσεως τῆς ἀλήθειας τῆς 50χρονης καταπατήθηκε ἀπό ἕνα ἀκατανόητο καί σχεδόν ξεχασμένο συναίσθημα πού ξέσπασε ἀπό κάπου στό ὑπόγειο τῆς ψυχῆς της.
Ἡ γυναῖκα πάγωσε, κοιτάζοντας τά χαρούμενα πρόσωπα τῶν ἀστέγων. Μέσα της συναντήθηκαν ταυτόχρονα ἀντικρουόμενα συναισθήματα ἐνοχῆς, παρεξηγήσεως, χαρᾶς καί αὐτομαρτυρίας, πού μαζί ἔγιναν ὁ πρόδρομος τῆς μετανοίας τοῦ ἀναζητητῆ τῆς ἀληθείας.
Καί ἐκεῖνη τή στιγμή, ἡ γυναῖκα ἔκανε μιά ἄλλη ἀνακάλυψι γιά τόν ἑαυτό της: Ἡ ἀληθινή παρηγοριά, σέ ἀντίθεσι μέ τήν ἱκανοποίησι μέ τήν κατάκρισι τῶν ἄλλων, γεννᾶ δάκρυα μετανοίας καί ἀγγίζει τήν καρδιά.
... Πέρασαν ἤδη 7 χρόνια.
Καί τώρα ὁ ἱερέας τῆς ἐνορίας, ὁ π. Βίκτωρ, καί ἡ Βαλεντίνα Τιμοφέβνα, θυμοῦνται μέ χαμόγελο τήν ἱστορία τῆς γνωριμίας τους στό super market.
Ἄνθρωποι, νά εἶστε ἐλεήμοντες»(http://apantaortodoxias.blogspot.com/2023/10/blog-post_99.html).
<>
«Ἐκεῖνο, ὅμως, πού τόν καθιστοῦσε [τόν π. Ἰάκωβο Βαλοδῆμο] ὠφελιμώτατον στά μέρη ἐκεῖνα, στά ὁποῖα σπάνιζαν οἱ Πνευματικοί, ἦταν ἡ Ἐξομολόγησι. Πολλοί Χριστιανοί, στά Ζαγοροχώρια καί στά Ἰωάννινα, ὅταν κατέβαινε, ἐξομολογοῦνταν σ᾽ αὐτόν. “Παιδιά μου”, ἔλεγε στούς μαθητές τοῦ Ἀνωτέρου Κατηχητικοῦ Σχολείου, “νά ἐξομολογῆσθε παστρικά. Γιατί τά φίδια, πού βγαίνουν ἔξω ἀπ᾽ τίς τρύπες τους, τά σκοτώνουν, καί τά φίδια πού κάθονται μέσα, χοντραίνουν. Ἔτσι καί τά ἁμαρτήματα. Ὅταν τά ἐξομολογηθοῦμε, βγάινουν ἀπό μέσα μας καί ἐξαλείφονται. Ὅταν, ὅμως, δέν τά ἐξομολογηθοῦμε, μένουν μέσα μας καί μεγαλώνουν”»(ΙΒ, 14).
Εξομολόγηση: Μετάνοια, το αντικλείδι του Παραδείσου
Άρχιμ. Ἰωάννης Κωστώφ:
Ἡ ἀπομάκρυνσι ἀπό τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ ἔχει ἄσχημα ἀποτελέσματα γιά τόν ἄνθρωπο: «Παιδεύσει σε ἡ ἀποστασία σου καί ἡ κακία σου ἐλέγξει σε. Καί γνῶθι (: μάθε) καί ἰδέ, ὅτι πικρόν σοι τό καταλιπεῖν σε Ἐμέ, λέγει Κύριος ὁ Θεός σου»(Ἱερ 2, 19). Ὅταν συμβῆ αὐτό —μιᾶς καί ὁ ἄνθρωπος εἶναι τρεπτός—, ὑπάρχει εὐκαιρία ἐπανορθώσεως; Δόξα τῷ Θεῷ: εἶναι φιλάνθρωπος· μᾶς παρέχει ἄφεσι τῶν ἁμαρτημάτων καί δεύτερη καί πολλοστή εὐκαιρία ἀγῶνος πρός κατάκτησι τοῦ Παραδείσου.
«Ὁ Πατήρ πού ἔστειλε τόν Πρόδρομο Ἰωάννη στό νά βαπτίζη, κήρυξε διά τοῦ στόματος ἐκείνου στούς ἁμαρτωλούς “Μετανοεῖτε”(Μθ 3, 2). Ὁ Υἱός, ὅταν φανερώθηκε στόν κόσμο, τοῦτο τό λόγο ἔβαλε ἀρχή καί θεμέλιο τοῦ κηρύγματός Του “Μετανοεῖτε”(Μθ 4, 17). Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ὅταν κατέβηκε ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν, αὐτό τό λόγο ἐλάλησε διά τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου “Μετανοήσατε”(Πρξ 2, 38). Τρεῖς εἶναι οἱ μαρτυροῦντες, καί τῶν τριῶν ἡ μαρτυρία εἶναι ἀληθινή, μᾶλλον δέ αὐτοαλήθεια. Λοιπόν, ἁμαρτωλοί σύντροφοι δικοί μου: Μετανοεῖτε, Μετανοεῖτε, Μετανοεῖτε· ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»(ΝΑ, 230).
Ὑπάρχουν, παρά ταῦτα, καί πολλοί αἱρετικοί πού δέν δέχονται τήν προσφυγή σέ Ἱερέα πρός ἀπάλειψι ἁμαρτιῶν. Στόν παρόντα τόμο θά παραθέσουμε Γραφικά χωρία καί ἀπόψεις Ἁγίων πού κατοχυρώνουν τήν Ὀρθόδοξη ἀλήθεια: ὅτι παρέδωσε ἄδεια ὁ Θεός στούς Κληρικούς νά συγχωροῦν ἁμαρτίες.
Τήν ἐξουσία, βέβαια, αὐτή πρέπει νά τή μεταχειρίζεται ὁ Κληρικός μέ φόβο καί τρόμο: «Ὁ ἄνομος τῇ ἀδικίᾳ αὐτοῦ ἀποθανεῖται, καί τό αἷμα αὐτοῦ ἐκ τῆς χειρός σου», λέει πρός τόν Προφήτη, ἀλλά καί πρός τόν ἐντεταλμένο Ἐξομολόγο ὁ Θεός, «ἐκζητήσω»(Ἰεζ 3, 18). «Ἐάν ἐξαγάγῃς τίμιον ἀπό ἀναξίου ὡς τό στόμα μου ἔσῃ»(Ἱερ 15, 19).
* * *
Ἡ Ἐκκλησία διδάσκει ὅτι ὁ Χριστιανός πρέπει νά ἔχη ἕνα καί μόνο Πνευματικό πρός ἐπίτευξι σωστῆς πορείας: «Ἕνας νέος πού ἀλλάζει διαρκῶς Πνευματικό, δέν ἔχει μεγάλες πιθανότητες νά προοδεύση. Φαντάσου μόνο, σέ κάθε μάθημα ἄλγεβρας ἤ γεωμετρίας, νά δίδασκε κι ἕνας καινούργιος καθηγητής! Τό ἀποτέλεσμα θά ἦταν ἕνα ὡραιότατο... χάος! Οὔτε ὁμοιομορφία στά σχέδια, οὔτε μιά ἑνιαία γενική ἄποψι, οὔτε γνωριμία μέ τούς μαθητές, οὔτε πρόοδος, φυσικά. Τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καί μ᾽ αὐτούς πού κάθε φορά ἀναζητοῦν καινούργιο Πνευματικό»(TT, 164).
***
Λέει καί ὁ π. Παΐσιος: «Δέν εἶναι καλό νά ἀλλάζη κανείς Πνευματικούς. Γιά σκεφθῆτε μιά οἰκοδομή στήν ὁποία ἀλλάζουν συνέχεια οἱ μηχανικοί καί οἱ οἰκοδόμοι. Δέν πρόκειται νά γίνη σωστή. Ὁ Πνευματικός πρέπει νά εἶναι ἐλεύθερος καί νά ἐνεργῆ ἀνάλογα. Νά μή ἀκολουθῆ μιά γραμμή πού τοῦ βάζουν ἄλλοι»(ΔΤ, 85· βλ. καί: ΑΓ, 391).
• Ἀκόμα: «Ἀνδρόγυνο χωρίς Πνευματικό εἶναι γήπεδο μέ ποδοσφαιριστές, πού παίζουν χωρίς διαιτητή. Ὁ κοινός Πνευματικός εἶναι ὅπως ὁ μαραγκός, πού χειρίζεται μόνος του τό ξύλο καί ξέρει πῶς θά τό φέρη στίς διαστάσεις του. Ἔτσι καί ὁ κοινός Πνευματικός χειρίζεται μέ τρόπο ἀριστοτεχνικό τήν ἁρμονία τοῦ ἀνδρογύνου, πού μετά τό γάμο ἔχει γίνει σάρκα μία.
Ὅταν, ὅμως, τό ξύλο τό πελεκᾶνε δύο μαστόροι ὁ καθένας μέ τή δική του γνώμη, ποτέ τό ξύλο δέν θά πάρη ὁριστική μορφή, πάγια. Ἔτσι δέν θά ὑπάρξη προκοπή καί στό ἀνδρόγυνο, πού δέν ἔχει κοινό Πνευματικό»(ΜΧ, 126).
• Ἐπίσης: «“Τό ζευγάρι”, εἶπε, “πρέπει νά ἔχη κοινό Πνευματικό, διότι, ἄν κάποιος θέλη νά φτιάξη ἕνα παράθυρο καί φτιάξη τό μισό στήν Ἀριδαία καί τ᾽ ἄλλο μισό στή Θεσ/νίκη, δέν θά μπορέση μετά νά ταιριάση τά δύο μισά»(ΝΖ, 189).
***
Τόνιζε καί ἡ Γερόντισσα Γαβριηλία: «Γιά τήν ὑγεία ἕνα ρητό λέει: Ἕνας γιατρός, εἶναι συμβουλή. Δύο γιατροί εἶναι σύγχυσι. Τρεῖς γιατροί εἶναι ... νεκροταφεῖο. Τό ἴδιο ἰσχύει καί μέ τά πνευματικά. Ὁ ἕνας Πνευματικός, εἶναι ἀπό τό Θεό. Ὁ δεύτερος, εἶναι σύγχυσι. Ὁ τρίτος, χάσιμο τῆς ψυχῆς!»(ΓΜ, 387).
***
«Νά πηγαίνης ἀπό τόν ἕνα Πνευματικό στόν ἄλλο, σέ κάνει νά μοιάζης μέ τόν ἄνθρωπο πού ἔχει ἕνα στρέμμα γῆς καί σκάβει λίγο ἐδῶ καί λίγο πιό πέρα. Τελικά σκάβει ἑνάμισυ μέτρο καί βρίσκει νερό. Τό συνολικό βάθος τό ὁποῖο ἔσκαψε θά ἦταν ἴσως ὀκτώ μέτρα. Καί ναί μέν βρῆκε νερό σέ κάποιο σημεῖο, γέμισε, ὅμως, τή γῆ του λακκοῦβες ἐδῶ καί ἐκεῖ. Ἄν ἐπέμενε σ᾽ ἕνα μέρος, σέ βάθος ὀκτώ μέτρων θά ἔβρισκε σίγουρα νερό. Ἡ γῆ εἶναι ἡ πνευματική καρδιά, οἱ τρύπες εἶναι οἱ Πνευματικοί. Τώρα, ἡ πνευματική καρδιά καταστρέφεται ἀπό τόσες λακκούβες· εἶναι ἀπώλειες»(SS, 152 διασκευή).
***
Τόνιζε ἀκόμα ὁ π. Παΐσιος: «Ὁ Πνευματικός εἶναι σάν τό γιατρό: πρέπει νά ξέρη ἀνά πᾶσα στιγμή τήν κατάστασι τοῦ ἀσθενῆ, γιά νά μπορῆ νά δίνη κάθε φορά τό ἀνάλογο φάρμακο. Ἐγώ μπορῶ νά σοῦ δώσω τώρα ἕνα φάρμακο, ἄν, ὅμως, μετά ἀπό δυό-τρεῖς μέρες ἀλλάξη ἡ κατάστασί σου καί σοῦ συμβῆ κάτι ἄλλο (πνευματικῆς φύσεως), τότε τό προηγούμενο φάρμακο, τό ὁποῖο σοῦ εἶχα δώσει, θά σοῦ εἶναι ἄχρηστο. Μιά φορά εἶχα πονοκέφαλο ἀπό κρυολόγημα καί ἔβαλα ἕνα ἔμπλαστρο καί μοῦ πέρασε. Τό εἶδε ἕνας κι ἔβαλε κι αὐτός ἔμπλαστρο, ὅταν τοῦ πόνεσε κάποτε τό κεφάλι· ὁ πονοκέφαλος, ὅμως, χειροτέρευσε, γιατί ὁ πόνος δέν προερχόταν ἀπό κρύωμα, ἀλλά ἀπό πυρετό. Καταλάβατε τώρα γιατί ὁ Πνευματικός πρέπει νά γνωρίζη τήν κατάστασι;»(ΙΧ, 211· βλ. καί: ΓΚ, 69).
***
Ὡς πρός τόν ἰατρικό χαρακτῆρα τῆς πνευματικῆς πατρότητος ἔλεγε καί ὁ π. Πορφύριος: «Τί εἶναι ὁ Πνευματικός; Ἕνας γιατρός εἶναι. Ἅμα σπάσης τό πόδι σου καί πᾶς στόν ὀρθοπεδικό, θά σοῦ πῆ “βρέ στραβάδι, ποῦ κοίταζες κι ἔσπασες τό πόδι σου; Ἔξω ἀπό ᾽δῶ”, ἤ θά πιάση τό σπασμένο πόδι μέ προσοχή κι ἀγάπη, καί σιγά-σιγά νά μήν πονέσης πολύ, θά τό βάλη στή θέσι του, θά τοῦ βάλη γύψο, θά δώση φάρμακα γιά τόν πόνο; Ἔτσι κι ὁ Πνευματικός εἶναι ἕνας γιατρός, πού μέ ἀγάπη σκύβει πάνω στήν πονεμένη ψυχή, γιά νά τήν κάνη καλά»(Θ, 111).
Ἀπό τό βιβλιο:
Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΙ, Μετάνοια: Τό ἀντικλείδι τοῦ Παραδείσου, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ, ΑΘΗΝΑ 2012
<>
Η ταινία της ζωής μας
Όταν θα έρθει η ώρα της κρίσεως, θα βάλει ο Θεός να παίξει σε βίντεο η ζωή μας. Το βίντεο θα παρακολουθήσουν όλοι, δηλαδή ο Θεός, η Παναγία οι Άγιοι, οι Αγγελικές Δυνάμεις και οι άνθρωποι όλων των αιώνων. Στο βίντεο θα υπάρχουν όλες οι στιγμές της ζωής μας. Οι λίγες ενάρετες στιγμές, οι πολλές αμαρτωλές και ανούσιες στιγμές αλλά και οι κρυφές και μυστικές στιγμές των πιο σκοτεινών σκέψεων και πράξεών μας.
Εάν ζήσαμε με τον Χριστό πάνω στη γη όπως το ζήτησε ο ίδιος (και όχι όπως μας διευκολύνει να πιστεύουμε εμείς), η ταινία της ζωής μας θα έχει το σωστό φωτισμό. Διότι ο Χριστός είναι φως.
Εάν ζήσαμε μέσα στον λατρευτικό και λειτουργικό χρόνο της Εκκλησίας, η ταινία θα έχει ενδιαφέρουσα υπόθεση, με ρυθμό και πλοκή. Διότι ο λατρευτικός και ετήσιος λειτουργικός χρόνος της Εκκλησίας δίνει ρυθμό και νόημα στη ζωή.
Εάν ζήσαμε με προσευχή και νηστεία, η ταινία θα έχει και ήχο. Διότι η προσευχή είναι η ομιλία της ψυχής και η νηστεία η ομιλία του σώματος.
Εάν ζήσαμε με αρετές και ευλάβεια, η ταινία θα έχει ωραίες σκηνές. Διότι οι αρετές ομορφαίνουν την ψυχή και η ευλάβεια ελκύει την Χάρη του Θεού.
Εάν ζήσαμε με αγάπη και θυσία για τους άλλους, όλο το παρευρισκόμενο Ιερό Δικαστήριο θα δακρύσει και θα συγκινηθεί.
Εάν αγαπήσαμε και ζήσαμε μέσα στην Ιερά Παράδοση της Αγίας Εκκλησίας, η ταινία θα είναι κατανοητή, ευχάριστη και όχι σουρεαλιστική ή ενοχλητική.
Τέλος, εάν αγαπήσαμε, τιμήσαμε και μιμηθήκαμε τους Αγίους, με πρώτη την Κυρία Θεοτόκο, την Μητέρα και Δέσποινά μας, τότε η ταινία θα έχει και χρώμα. Όσο έχουμε ακόμα χρόνο, ας κάνουμε μοντάζ τις άσχημες στιγμές της ζωής που πέρασε (Ιερά Εξομολόγηση) και ας κάτσουμε σοβαρά να αναλογισθούμε εάν το προβαλλόμενο υλικό της ζωής που ονειρευόμαστε για το μέλλον, θα μας τιμήσει ή θα μας ντροπιάσει κατά την ημέρα της προβολής του ενώπιον όλων.
Αρχιμ. Νικόλας Γιαννουσάς
<>
Φροντίδα για την Εξομολόγηση των γονέων μας - Άγιος Γέροντας Κλεόπα Ηλιέ της Ρουμανίας (+1998)
π. Κλεόπας Ηλιέ:
«Ἀδελφέ, ὅταν βλέπης ὅτι στό σπίτι ἀσθενεῖ ὁ πατέρας σου ἤ ἡ μητέρα σου..., δέν καλεῖς πρῶτα τόν γιατρό, ἀλλά τόν ἱερέα. Διότι ὁ γιατρός δέν μπορεῖ νά προσθέση οὔτε ἕνα λεπτό στή ζωή μας. Καί ἄν μπορέση νά μακρύνη λίγο τήν ζωή μας, αὐτό δέν τό κάνει ἀπό τόν ἑαυτό του. Τό πᾶν ἔγκειται στή θέλησι τοῦ Θεοῦ! Νά καλῆς τόν ἱερέα καί νά τοῦ λές: “Πάτερ, ἔλα καί ἐξομολόγησε τόν πατέρα μου ἤ τή μητέρα μου σύμφωνα μέ τά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας”. Καί ὁ ἱερέας νά τόν ρωτᾶ ἐάν ἔκανε τό τάδε ἤ τό τάδε ἁμάρτημα, ἔτσι ἤ ἔτσι, τό ἕνα καί τό ἄλλο...».
Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Ἡ Ἐξομολόγησι - Μετάνοια: Τό Ἀντικλείδι τοῦ Παραδείσου, ἐκδ. Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2012
<>
Μεταστροφές δολοφόνων προς τη Θεία Εξομολόγηση
Ἀναφέρει ὁ ἀείμνηστος Ἱεροκήρυκας και Πνευματικός Ἀρχιμ. Βενέδικτος Πετράκης (+1961):
«Διά τοῦ κηρύγματος καί τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως ακυρώθηκαν τουλάχιστον δέκα προγραμματισμένοι φόνοι!
Ἕνας ἀπ᾽ τούς παραιτηθέντες ἀπ᾽ τά φονικά σχέδιά του, μόλις βγῆκε ἀπ᾽ τήν ἐκκλησία μετά τήν ἐξομολόγησι, ἄρχισε νά λέη σέ αὐτούς πού ἦταν στήν πλατεία: “Τρέξτε ὅλοι στόν Πνευματικό νά σᾶς κάνη ἀνθρώπους!”. Ὁ ἴδιος ὄχι μόνο παρετήθηκε ἀπ᾽ τό φόνο καί συγχώρησε τόν ἐχθρό του, ἀλλά κατώρθωσε καί τόν ἔφερε στήν ἐξομολόγησι.
Σ᾽ ἕνα ἄλλο χωριό μία γερόντισσα, τῆς ὁποίας εἶχαν φονεύση τόν μοναχογιό της, ἀμέσως μόλις μετά τήν ἐξομολόγησι βγῆκε ἀπ᾽ τήν ἐκκλησία, ἔσπευσε στό μαγαζί, πλησίασε τόν φονιά τοῦ παιδιοῦ της καί τόν συγχώρησε. Τόν προέτρεψε μάλιστα νά ἐξομολογηθῆ καί ἐκεῖνος! Ὁ φονεύς βαθύτατα συγκινημένος προσῆλθε μετά δακρύων στό Μυστήριο τῆς Ἱ. Ἐξομολογήσεως!
Σ᾽ ἕνα ἄλλο χωριό τῆς ἴδιας περιοχῆς μετανόησαν καί ἐξομολογήθηκαν καί μερικοί, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἔρθει μέ τήν ἐντολή καί τήν ἀπόφασι νά μέ ἐκτελέσουν...».
Από το βιβλίο: Αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Η Εξομολόγηση – Μετάνοια: Το Αντικλείδι του Παραδείσου, εκδ. Άγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Αθήνα 2012
<>
Ή ιερή εξομολόγηση ήταν πράξη γνωστή στήν Παλαιά Διαθήκη (Λευϊτ. ε' 5-6. Αριθ. ε' 5-7. Παροιμ. κη' 13). Γι' αυτό και οι άνθρωποι προσέρχονταν στον Ιωάννη τον Πρόδρομο και εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους, ενώ εκείνος πιστοποιούσε την μετάνοιά τους με το βάπτισμα (Ματθ. γ' 5-6. Μάρκ. α' 4-5).
Ή πράξη αύτή συνεχίσθηκε και στη χριστιανική Εκκλησία- «πολλοί των πιστευσάντων ήρχοντο εξομολογούμενοι τάς άμαρτίας αυτών καί φανερώνοντες τάς πράξεις αύτών» (Πράξ. ιθ' 18 ) με αποτέλεσμα να συγχωρούνται από τούς αποστόλους, σύμφωνα με την υπόσχεση του Κυρίου, πώς θα δινόταν στους αποστόλους η εξουσία αυτή (Ματθ. ιστ' 19. ιη' 18 ). Αυτό εκπληρώθηκε μετά την ανάσταση του Χριστoύ. Ή συγχώρηση δεν βασιζόταν φυσικά στη δύναμη των απoστόλων, άλλά «εν τω αίματι» του Κυρίου (Ίω. κι' 21-23. Α' Ίω. α' 7).
Ό εξομολόγος χρησιμοποιείται ως όργανο, ως υπηρέτης του Χριστού και οικονόμος των μυστηρίων του Θεού (Α' Κορ. δ' 1. πρβλ Τίτ. α' 7. Α' Ίω. α' 9- β' 2).
Στην αρχαία Εκκλησία η εξομολόγηση γινόταν δημόσια στην ιερή σύναξη των πιστών, όπου βέβαια ήταν και το ιερατείο και ο επίσκοπος, ο οποίος έδινε την άφεση. «Όλους όσοι μετανοούν τούς συγχωρεί ο Κύριος, εάν μετανοήσουν εις ενότητα Θεού και εις συνέδριον επισκόπου», λέγει χαρακτηριστικά ο άγιος Ιγνάτιος (Ίγν., Φιλαδ. 8,1), ενώ η «Διδαχή» προτρέπει: «Εν Εκκλησία εξομολογήση τα παραπτώματά σου, καί ού προσελεύση επί προσευχή σου εν συνειδήσει πονηρά, αύτη εστίν η οδός της ζωής» (Διδ. 4,14).
Ό άγιος Κυπριανός τονίζει πώς ο αμαρτωλός γίνεται πάλι δεκτός στην εκκλησιαστική κοινωνία, δηλαδή στο μυστήριo της θείας ευχαριστίας «δια της επιθέσεως των χειρών του επισκόπου και του ιερατείου», αφού προηγουμένως εξομολογηθεί (Κυπρ. επιστ. 16,2), δεν επιτρέπει την θεία κοινωνία σε κανένα, «εάν προηγουμένως ο επίσκοπος και το ιερατείο δεν επιθέσουν την χείρα επάνω του» (επιστ. 18,2), η «άφεση», λέγει, πού έγινε «δια των ιερέων» είναι «αρεστή στον Κύριο» (De lapsis 29).
Ό Ωριγένης θεωρεί σαν φυσικό επακόλουθο, «σύμφωνα με την εικόνα εκείνου πού έδωσε την ιεροσύνη στην Εκκλησία, να αναδέχονται και οι λειτουργοί και ιερείς της Εκκλησίας τα αμαρτήματα του λαού και μιμούμενοι τον Διδάσκαλο, να παρέχουν στο λαό την άφεση των αμαρτιών»(Ώριγ., Εις Λευίτ., Όμιλ ν, 3).
Ο Μ. Βασίλειος αναφέρεται στην εξομολόγηση κατά την απoστoλική Εκκλησία (Πράξ. ιθ' 18 ) και συμπεραίνει πώς «είναι ανάγκη να εξομολογούμεθα τα αμαρτήματα εις τούς εμπεπιστευμένoυς την οικονομίαν των μυστηρίων του Θεού» (Α' Κορ. δ' 1), επειδή και οι πρώτοι xριστιανoί «εξομολογούντο εις τούς απoστόλoυς, οι όποιοι και εβάπτιζον άπαντες» (Μ. Βασιλ, Όροι κατ' επιτ. 288 ).
Ό άγιος Ιωάννης ο Xρυσόστoμoς αναφέρει για τούς ιερείς: «Ενώ κατοικουν καί περιφέρονται ακόμη εις την γην, άνέλαβον την διεύθυνσιν ουρανίων υποθέσεων με εξουσίαν πού δεν έδωσεν ο Θεός ούτε εις τούς αγγέλους, ούτε εις τούς αρχαγγέλους. Δεν είπε πραγματικά προς τούς αγγέλους, [όσα δέσετε εις την γην, θα είναι δεμένα καί εις τούς ουρανούς, και όσα λύσετε εις την γην, θα είναι λυμένα εις τους ουρανούς]... ο δεσμός όμως των ιερέων εγγίζει την ιδίαν την ψυχήν και διαβαίνει προς τούς ουρανούς, και όσα ενεργούν κάτω οι ιερείς, τα επικυρώνει άνω ο Θεός. Ό Δεσπότης εγκρίνει την άπόφασιν των δούλων. Μήπως δεν τούς έδωσεν όλόκληρον τήν ούράνιον εξουσίαν; Τούς είπεν, όποιων τάς άμαρτίας κρατήσετε, θα είναι κρατημέναι» (Χρυσ., Περί Ιερωσ. Λόγος γ' 5).
Ή Ορθόδοξη λοιπόν 'Εκκλησία συνεχίζει αύτή την πρωτοχριστιανική παράδοση της εξομολόγησης ενώπιον του πνευματικού.
<>
Σε ένα γυναικείο μοναστήρι, πήγε ως δόκιμος Μοναχή μία νέα. Έδειξε τόσο καλή διαγωγή, που γρήγορα την έκαναν μοναχή. Από όλες τις άλλες καλόγριες ξεχώριζε. Διακρινόταν για την αδιάκριτον υπακοή της, τη νηστεία, την αγρυπνία, την προσευχή, την εξυπηρέτιση και ιδιαιτέρος στα δάκρυα - σπανίως εβλέπετο να μη κλαίη. Είχε κατακτήσει την αγάπη ιδίως της ηγουμένης, αλλά και όλων των μοναζουσών. Η ηγουμένη την είχε πάντοτε ως παράδειγμα και έλεγε στις νεώτερες: " Βλέπετε την χαριτωμένη αδελφής και οτι κάμνει, να κάμνετε και "σεις. Δεν πέρασαν όμως πολλά χρόνια και από την πολύ άσκηση απέθανε., έφυγε από τούτον τον κόσμο η μοναχή αυτή. Εις τα μοναστήρια υπάρχει η ευλογημένη συνήθεια, όταν αποθάνη μέλος της αδελφότητας να του κάνουν σαρανταλείτουργο, δια την ανάπαυση της ψυχής, που έφυγε από τον κόσμο αυτό. Έτσι λοιπόν και στο μοναστήρι αυτό έγινε σαρανταλείτουργο.
Και όταν ετελείωνε, την τελευταία βραδυά, η ηγουμένη βλέπει σε όραμα τη μοναχή, η οποία της είπε:
- Μητέρα μου, όσα μνημόσυνα και αν μου κάμετε, εγώ κολάστηκα, έχασα τη ψυχή μου.
- Παιδί μου, λέει η ηγουμένη, .... εάν εσύ κολάστηκες, ποιός θα σωθή; Αλοίμονο στον ταλαίπωρο άνθρωπον!!!
Απαντά η μοναχή:
- Εγώ προτού έλθω εις την ευλογημένη συνοδεία σας, εξαπατήθηκα από ένα νέο, ο οποίος μου υποσχέθηκε, οτι θα με έπερνε, αλλά το φοβερό ήταν οτι με κατέστησε έγκυο. Μετά δε απ' αυτό το φρικτό, φέρθηκε άνανδρα και με εγκατέλειψε την δυστυχισμένη. Τότε εγώ πάνω στην απελπισία μου έκανα έκτρωση, φόνο, σκότωσα και έρριξα το παιδί, που είχα μέσα μου. Γι' αυτά τα δύο ανόσια αμαρτήματα μου έκλαψα πικρά, μετανόησα, συχάθηκα τότε τον κόσμο και τα του κόσμου, γι' αυτό και αποφάσισα να γίνω μοναχή, να δώσω την καρδιά μου στον Χριστό και εκεί να θρηνώ τις αμαρτίες μου. Γι' αυτές τις αμαρτίες έκλαψα, γι' αυτές έκανα οτι έκανα, για τα οποία όλες σας με μακαρίζατε. Πλήν όμως δεν εξομολογήθηκα τα φρικτά αυτά αμαρτήματα σε ιερέα, από ντροπή και γι' αυτό κολάσθηκα!
Ω! Θεέ μου! Τι φοβερόν! Βλέπεις αναγνώστα μου; Βλέπεις παιδί μου, ούτε τα δάκρυα, ούτε οι μετάνοιες, ούτε οι αγρυπνίες, μηδέ η βασίλισσα των αρετών της Μοναχικής πολιτείας, η υπακοή λέγω, ούτε τίποτε άλλο από όσα καλά έκαμε, δεν την έσωσε - εφ όσον έλλειψε η καθαρά εξομολόγησης. Δεν αρκεί να μετανοήση κανείς για τις πράξεις του και να σωθή, αλλά απαραιτήτωνς θα πρέπει και να εξομολογηθή τα αμαρτήματα για τα οποία μετανόησε.
Χιλιάδες, εκατομμύρια άνθρωποι με φοβερά ακατονόμαστα και παμπολλα αμαρτήματα, δια της μετάνοιας και καθαρής εξομολογήσεως σώθησαν και μάλιστα πολλοί απ' αυτούς, που απέδωσαν καρπούς μετανοίας άξιους, αγίασαν και τους αντιδόξασεν ο Θεός. Όπως τον άγιο Κυπριανό τον άλλοτε μάγο, τον Μωυσή τον Αιθίοπα τον άλλοτε αρχιληστή, την οσία Μαρία την Αιγυπτία, Πελαγία, Ευδοκία, Μαρίαν του Αβραμίου, που ήσαν πρώτα γυναίκες ""κοινές του υποκόσμου και τόσοι άλλοι που διαβάζουμε στο Συναξαριστή. Ενώ τόσοι, με πάμπολλα αμαρτήματα, ηγίασαν και εθαυματούργησαν διότι καθαρά εξομολογήθηκαν, η δυστυχισμένη εκείνη μοναχή, που αναφέρουμε προηγουμένως, για δύο αμαρτήματα εκολάσθη
Γι' αυτό μη ξεθαρρεύης λοιπόν αδελφέ μου και στηρίζης την ελπίδα σου στις ελεημοσύνες η σε οτι άλλο καλό και αν είναι αυτό και μη ελπίζης να σωθής, εάν δεν καθαρίσης τη ψυχή σου πρωτίστως, στο Μέγα Μυστήριο της εξομολογήσεως, σε ιερέα Ορθοδόξου Εκκλησίας και να τα πεις όλα, χωρίς ν' αφίσης τον παραμικρό λεκέ, που θα σκιάζη την αθάνατη ψυχή σου. Τότε μόνο θα αισθανθής ανακούφιση και τότε μόνο θα δικαιωθής από τον Θεό, όταν τα εξομολογηθής όλα.
Μη διστάζης, εάν είναι πολλά και φοβερά - όσα περισσότερα και μεγαλύτερα είναι τόσο μεγαλύτερη χαρά θα δώσης στον Θεό και στους Αγγέλους.
Η Γραφή μας λέγει, οτι οι Άγγελοι πανυγηρίζουν στον ουρανό " για ένα αμαρτωλόν "μετανοημένο.
<>
Η δύναμη της Εξομολόγησης
Από τους λόγους του Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτη (+1994)
Ο Θεός θέλει ο άνθρωπος, να διορθώνεται δια του ανθρώπου
- Γέροντα, όταν αντιμετωπίζω ένα θέμα και προσεύχομαι γι αυτό, πως θα καταλάβω ποιο είναι το θέλημα του Θεού;
- Το θέλημα του Θεού δεν βρίσκεται έτσι. Καλύτερα να ρωτάς για ένα πρόβλημά σου. Να μη ζητάς πληροφορία από τον Θεό, εφόσον μπορείς να συμβουλευθείς κάποιον άνθρωπο, γιατί μπορεί να πλανηθείς. Κάποιος πήγαινε σε μια εκκλησία, στεκόταν μπροστά στο εικονοστάσι και έλεγε: «Παναγία μου, να πάρω χρήματα από το κουτί;». Του έλεγε ο λογισμός: «Πάρ' τα». «Ναι, θα τα πάρω», έλεγε και έπαιρνε τα χρήματα. Μια δυο τρεις φορές, ένας επίτροπος προβληματίσθηκε. «Τι γίνεται; Λέει. Κάποιος πρέπει να παίρνει τα χρήματα» και πήγε να παρακολούθηση. Τι να δει; Σε λίγο ήρθε αυτός και επανέλαβε τα ίδια: «Παναγία μου, να πάρω τα χρήματα από το κουτί; "Ναι, θα τα πάρω", είπε, οπότε τον έπιασε ο επίτροπος.
Πάντοτε, όταν ύπαρχοι άνθρωπος πνευματικός, τον οποίο μπορείς να ρωτήσεις, πρέπει να ρωτήσεις. Όταν δεν ύπαρχοι άνθρωπος να ρωτήσεις - λ.χ. βρίσκεσαι στην έρημο -, αλλά ύπαρχοι μέσα σου η δίψα της υπακοής, τότε ο Καλός Θεός γίνεται ο Ίδιος Γέροντας και σε φωτίζει και σε πληροφορεί. Δεν μπορείς, ας υποθέσουμε, να βρεις κάποιον, για να σου εξήγηση ένα χωρίο από την Αγία Γραφή; Τότε σε φωτίζει ο Θεός και το καταλαβαίνεις.
- Γέροντα, πως θα καταλάβει κανείς, αν κάτι που συμβαίνει στον αγώνα του είναι από τον πειρασμό ή από δική του απροσεξία;
- Θα πάει να ρωτήσει.
- Δηλαδή μόνος του δεν μπορεί να το καταλάβει;
- Και να καταλαβαίνει κάτι, δεν μπορεί να είναι σίγουρος. Εδώ και ένας που έχει εμπειρία, πάει και ρωτάει κάποιον άλλον. Εγώ για ένα ατομικό μου θέμα πάντοτε θα ρωτήσω. Την δική μου λύση, και σοφότερη να είναι, την θεωρώ την μεγαλύτερη βλακεία, όταν πρόκειται για προσωπικό μου θέμα. Ούτε πάω σε κάποιον που ξέρει τι με αναπαύει, αλλά σε κάποιον που δεν ξέρει. Βλέπεις, και ένας γιατρός, για να είναι σίγουρος ότι έκανε καλή διάγνωση σε μια δύσκολη περίπτωση, συμβουλεύεται και άλλον γιατρό, πόσο μάλλον ένας φοιτητής! Όσο πνευματικός άνθρωπος κι αν είναι κανείς, και όσο καλή τακτοποίηση κι αν κάνη μόνος του στα θέματά του, δεν μπορεί να αναπαυθεί, γιατί ο Θεός θέλει ο άνθρωπος να βοηθιέται από τον άνθρωπο και να διορθώνεται δια του ανθρώπου. Τα οικονομάει έτσι ο Καλός Θεός, για να ταπεινώνεται ο άνθρωπος. Πρέπει να εκθέτη κανείς τους λογισμούς του και τις καταστάσεις που περνάει στον πνευματικό του, να τον συμβουλεύεται και να μην αποφασίζει μόνος του για τα δύσκολα θέματα ούτε να αντιμετωπίζει μόνος τους τις δυσκολίες που συναντάει στον αγώνα του, κάνοντας πρόβες στον εαυτό του, γιατί ο πειρασμός θα τον μπερδέψει και θα του δημιουργήσει προβλήματα. Μερικοί φθάνουν στο σημείο να βάζουν μόνοι τους κανόνα στον εαυτό τους. Είναι πολύ επικίνδυνα αυτά τα πράγματα.
Όποιος δεν έχει πνευματικό, για να τον συμβουλεύεται στην πνευματική του πορεία, μπερδεύεται, κουράζεται, καθυστερεί και δύσκολα θα φθάσει στον προορισμό του. Αν δίνη μόνος του λύση στα προβλήματά του, όσο σοφός και αν είναι, επειδή κινείται με αυτοπεποίθηση και υπερηφάνεια, μένει σκοτισμένος. Ενώ, όποιος ταπεινώνεται και πηγαίνει με εμπιστοσύνη και αυταπάρνηση στον πνευματικό και ζητά την γνώμη του, βοηθιέται και του δίνει την σωστή απάντηση. Να, όταν έρχεται κάποιος με ευλάβεια, με τον λογισμό πως είμαι άγιος, ενώ εγώ είμαι τενεκές, έχω προσέξει ότι νιώθω μέσα μου μια αλλοίωση και αυτή που του λέω δεν είναι δικά μου. Από αυτό καταλαβαίνω ξεκάθαρα ότι ο άνθρωπος αυτός έχει έρθει με ευλάβεια, και ο Θεός, για να μην τον αδικήσει, δίνει σ' εμένα αυτήν την καλή κατάσταση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αν πρόκειται για ένα σοβαρό θέμα, ο Θεός σε πληροφορεί και μπορείς να του πεις τι θα συμβεί, πότε θα συμβεί και πώς να το αντιμετωπίσει.
Χρειάζεται πνευματικός οδηγός στην πνευματική ζωή
Σήμερα το πιο απαραίτητο είναι να βρουν οι άνθρωποι έναν πνευματικό, να εξομολογούνται, να του έχουν εμπιστοσύνη και να τον συμβουλεύονται. Αν έχουν πνευματικό και βάλουν ένα πρόγραμμα με προσευχή και λίγη μελέτη, εκκλησιάζονται, κοινωνούν, τότε δεν έχουν τίποτε να φοβηθούν σ' αυτήν την ζωή.
Η ψυχή πρέπει να παρακολουθείται από τον πνευματικό, για να μη λαθέψει τον δρόμο της. Μπορεί να βοηθάει στον αγώνα λ.χ. και η πνευματική μελέτη, αλλά, αν κανείς δεν έχει πνευματικό οδηγό, μπορεί να δίνη δικές του ερμηνείες σ' αυτά που διαβάζει, και να πλανηθεί. Βλέπεις, και όταν κάποιος πάει κάπου με το αυτοκίνητό του και δεν γνωρίζει καλά τον δρόμο, μπορεί να συμβουλεύεται τον χάρτη, αλλά σταματάει κιόλας και ρωτάει, για να μην πάρει λάθος δρόμο. Ξεκινάει, ας υποθέσουμε, από την Αθήνα να πάει στην Φλώρινα. Έχει χάρτη και τον παρακολουθεί, αλλά ρωτάει και σε κανένα περίπτερο αν πηγαίνει καλά, αν ο δρόμος είναι καλός, γιατί σε καμιά διασταύρωση υπάρχει κίνδυνος να πάρει άλλο δρόμο και να βρεθεί στην Καβάλα ή σε κάποιον γκρεμό να κινδυνέψει να σκοτωθεί. Φυσικά, μπορεί κάποιος να ρωτήσει, αλλά να μην πάρει τον δρόμο που θα του πουν, και να βρεθεί τελικά αλλού, ή να μην προσέξει τα επικίνδυνα σημεία, και να πάθη κακό. Όποιος όμως του δείξει τον δρόμο και συγχρόνως του πει: «πρόσεξε, στο τάδε σημείο έχει μια στροφή επικίνδυνη, εκεί έχει έναν γκρεμό», εκείνος θα έχει το μισθό του. Το ίδιο, θέλω να πω, πρέπει να γίνεται και στην πνευματική ζωή. Είναι απαραίτητο ο πιστός να έχει πνευματικό που θα τον καθοδηγεί με τις συμβουλές του και θα τον βοηθάει δια του μυστηρίου της εξομολογήσεως. Έτσι μόνον μπορεί να ζήση ορθόδοξη πνευματική ζωή και να είναι σίγουρος ότι βρίσκεται στον σωστό δρόμο.
Τον πνευματικό οδηγό φυσικά κανείς θα τον διαλέξει. Δεν θα εμπιστευθεί στον οποιονδήποτε την ψυχή του. Όπως για την υγεία του σώματος ψάχνει να βρει καλό γιατρό, έτσι και για την υγεία της ψυχής του θα ψάξει να βρει κάποιον καλό πνευματικό και θα πηγαίνει σ' αυτόν, τον γιατρό της ψυχής, τακτικά.
- Γέροντα, μερικοί λένε: «Δεν βρίσκουμε καλούς πνευματικούς, γι αυτό δεν πάμε να εξομολογηθούμε».
- Αυτά είναι δικαιολογίες. Κάθε πνευματικός έχει θεία εξουσία, εφόσον φοράει πετραχήλι. Τελεί το μυστήριο, έχει την θεία Χάρη και, όταν διαβάσει την συγχωρητική ευχή, ο Θεός σβήνει όλες τις αμαρτίες τις οποίες εξομολογηθήκαμε με ειλικρινή μετάνοια. Από μας εξαρτάται πόσο θα βοηθηθούμε από το μυστήριο της εξομολογήσεως. Ήρθε εκεί στο Καλύβι μια φορά κάποιος που είχε ψυχολογικά προβλήματα, με τον λογισμό ότι έχω διορατικό χάρισμα και θα μπορούσα να τον βοηθήσω. «Τι προβλέπεις, μου λέει, για μένα;». «Να βρεις, του λέω, έναν πνευματικό να εξομολογείσαι, για να κοιμάσαι σαν το πουλάκι και να μην παίρνεις χάπια». «Δεν υπάρχουν, μου λέει, σήμερα καλοί πνευματικοί. Παλιά υπήρχαν». Έρχονται με καλό λογισμό, ότι θα βοηθηθούν, αλλά δεν δέχονται αυτό που τους λες, και κρίμα στα ναύλα.
Βλέπω όμως και μια καινούργια τέχνη του διαβόλου. Βάζει στους ανθρώπους τον λογισμό ότι, αν κάνουν κάποιο τάμα και το εκπληρώσουν, αν πάνε και κανένα προσκύνημα, είναι εντάξει πνευματικά. Και βλέπεις πολλούς να πηγαίνουν με λαμπάδες και με τάματα στα μοναστήρια, στα προσκυνήματα, να τα κρεμάνε εκεί, να κάνουν και μεγάλους σταυρούς, να κλαίνε και λιγάκι, και να αρκούνται σ' αυτά. Δεν μετανοούν, δεν εξομολογούνται, δεν διορθώνονται, και χαίρεται το ταγκαλάκι.
- Γέροντα, ένας άνθρωπος που δεν εξομολογείται μπορεί να είναι εσωτερικά αναπαυμένος;
- Πώς να είναι αναπαυμένος; Για να νιώσει κανείς ανάπαυση, πρέπει να πετάξει τα μπάζα από μέσα του. Αυτό θα γίνει με την εξομολόγηση. Ανοίγοντας ο άνθρωπος την καρδιά του στον πνευματικό και λέγοντας τα σφάλματά του, ταπεινώνεται, και έτσι ανοίγει την πύλη του Ουρανού, έρχεται πλούσια η Χάρις του Θεού και ελευθερώνεται.
Πριν από την εξομολόγηση στην κορυφή του υπάρχει ομίχλη, βλέπει θαμπά και δικαιολογεί τα σφάλματά του. Γιατί, όταν ο νους του είναι σκοτισμένος από τις αμαρτίες, δεν βλέπει καθαρά. Με την εξομολόγηση κάνει μια «φούουoυ», φεύγει η ομίχλη και καθαρίζει ο ορίζοντας. Γι αυτό, όσους έρχονται να συζητήσουμε ένα θέμα ή να μου ζητήσουν μια συμβουλή κ.λπ., αν δεν έχουν εξομολογηθεί ποτέ, τους στέλνω πρώτα να εξομολογηθούν και μετά να έρθουν να μιλήσουμε. Μερικοί μου λένε: «Γέροντα, αφού εσύ μπορείς να καταλάβεις τι πρέπει να κάνω γι αυτό το θέμα, πες μου». «Και να καταλάβω εγώ τι πρέπει να κάνης, τους λέω, δεν θα καταλάβεις εσύ τι θα σου πω. Γι αυτό πήγαινε πρώτα να εξομολογηθείς και ύστερα έλα να συζητήσουμε». Γιατί, πώς να επικοινωνήσεις και να συνεννοηθείς με έναν άνθρωπο, όταν βρίσκεται σε άλλη συχνότητα;
Με την εξομολόγηση πετάει ο άνθρωπος από μέσα του ότι άχρηστο έχει και καρποφορεί πνευματικά. Μια μέρα έσκαβα τον κήπο μου, για να φυτέψω λίγες ντοματιές. Εκείνη την ώρα ήρθε κάποιος και μου λέει: «Τι κάνεις, Γέροντα;». «Τι να κάνω; του λέω, εξομολογώ τον κήπο μου». «Καλά, Γέροντα, μου λέει, χρειάζεται και ο κήπος εξομολόγηση;». «Ασφαλώς χρειάζεται. Έχω διαπιστώσει πως, όταν τον εξομολογώ, βγάζω δηλαδή έξω πέτρες, αγριάδες, αγκάθια κ.λπ., τότε βγάζει επίσημα κηπευτικά, αλλιώς οι ντομάτες γίνονται κιτρινιάρικες, καχεκτικές!».
- Γέροντα, την πρώτη φορά που θα πάη κανείς για εξομολόγηση, θα μιλήση στον πνευματικό για όλη την προηγούμενη ζωή του;
- Την πρώτη φορά θα κάνη μια γενική εξομολόγηση. Όπως ο ασθενής, όταν μπη στο νοσοκομείο, δίνει το ιστορικό του, π.χ. λέει: «είχα μια πάθηση στους πνεύμονες, αλλά τώρα έχει περάσει, έχω κάνει μια εγχείρηση με ολική ή τοπική νάρκωση κ.λπ.», έτσι και στην πρώτη εξομολόγηση, ας προσπαθήση κανείς να πη στον πνευματικό λεπτομέρειες από την ζωή του, και εκείνος θα βρη την πληγή, για να την θεραπεύση. Πολλές φορές ένα χτύπημα, που δεν του δίνεις σημασία, έχει ύστερα συνέπειες. Βέβαια, την πρώτη φορά που θα πάη στον πνευματικό, θα έχη να πη, ας υποθέσουμε, εκατό αμαρτίες. Την δεύτερη θα έχη να πη εκατόν δέκα, γιατί θα τον πολεμήση περισσότερο ο διάβολος, επειδή εξομολογήθηκε και του χάλασε τη δουλειά. Την Τρίτη φορά μπορεί να πη εκατόν πενήντα, αλλά ύστερα θα ελαττώνεται συνέχεια ο αριθμός, μέχρι που θα πηγαίνη για εξομολόγηση και θα έχη να πη ελάχιστες αμαρτίες.
- Γιατί μερικές φορές, ενώ η συνείδηση μας ελέγχει, δεν κάνουμε τον ανάλογο αγώνα, για να διορθωθούμε;
- Αυτό μπορεί να συμβή και από ένα τσάκισμα ψυχικό. Όταν είναι κανείς πανικοβλημένος από κάποιον πειρασμό, θέλει να αγωνισθή, αλλά δεν έχει διάθεση, δεν έχει ψυχική δύναμη. Τότε πρέπει να τακτοποιηθή εσωτερικά με την εξομολόγηση. Με την εξομολόγηση παρηγοριέται, τονώνεται και ξαναβρίσκει με την Χάρη του Θεού το κουράγιο για αγώνα. Αν δεν τακτοποιηθή, μπορεί να του έρθη και άλλος πειρασμός, οπότε, θλιμμένος όπως είναι, τσακίζεται περισσότερο, τον πνίγουν οι λογισμοί, απελπίζεται και μετά δεν μπορεί να αγωνισθή καθόλου.
- Και αν αυτό συμβαίνη συχνά;
- Αν συμβαίνη συχνά, πρέπει ο άνθρωπος να τακτοποιήται συχνά, να ανοίγη την καρδιά του στον πνευματικό, για να παίρνη κουράγιο. Και όταν τακτοποιηθή, πρέπει να βάλη την μηχανή να τρέξη, να αγωνισθή φιλότιμα και εντατικά, για να πάρη καταπόδι τον έξω από ‘δώ.
- Γέροντα, όταν δεν αισθάνωνται την ανάγκη για εξομολόγηση, τι φταίει;
- Μήπως δεν παρακολουθείς τον εαυτό σου; Η εξομολόγηση είναι μυστήριο. Να πηγαίνης και απλά να λες τις αμαρτίες σου. Γιατί, τι νομίζεις; Πείσμα δεν έχεις; Εγωισμό δεν έχεις; Δεν πληγώνεις την αδελφή; Δεν κατακρίνεις; Μήπως εγώ τι πηγαίνω και λέω; «Θύμωσα, κατέκρινα…» και μου διαβάζει ο πνευματικός την συγχωρητική ευχή. Αλλά και οι μικρές αμαρτίες έχουν και αυτές βάρος. Όταν πήγαιναν στον Παπα-Τύχωνα να εξομολογηθώ, δεν είχα τίποτα σοβαρό να πω και μου έλεγε: «Αμμούδα, παιδάκι μου, αμμούδα»! Οι μικρές αμαρτίες μαζεύονται και κάνουν ένα σωρό αμμούδα, που είναι όμως βαρύτερη από μια μεγάλη πέτρα. Ο άλλος που έχει κάνει ένα αμάρτημα μεγάλο, το σκέφτεται συνέχεια, μετανοεί και ταπεινώνεται. Εσύ έχεις πολλά μικρά. Εάν όμως εξετάσης τις συνθήκες με τις οποίες εσύ μεγάλωσες και τις συνθήκες με τις οποίες μεγάλωσε ο άλλος, θα δης ότι είσαι χειρότερη από εκείνον. Να προσπαθής επίσης να είσαι συγκεκριμένη στην εξομολόγησή σου. Δεν φθάνει να πη κανείς λ.χ. «ζηλεύω, θυμώνω κ.λπ.», αλλά πρέπει να πη τις συγκεκριμένες πτώσεις του, για να βοηθηθή. Και, όταν πρόκειται για κάτι βαρύ, όπως η πονηριά, πρέπει να πη και πως σκέφθηκε και πως ενήργησε• αλλιώς κοροϊδεύει τον Χριστό. Αν ο άνθρωπος δεν ομολογή την αλήθεια στον πνευματικό, δεν του αποκαλύπτη το σφάλμα του, για να μπορέση να τον βοηθήση, παθαίνει ζημιά, όπως και ο άρρωστος κάνει μεγάλο κακό στην υγεία του, όταν κρύβη την πάθησή του από τον γιατρό. Ενώ, όταν εκθέτη τον εαυτό του όπως ακριβώς είναι, τότε ο πνευματικός μπορεί να τον γνωρίση καλύτερα και να τον βοηθήση πιο θετικά.
Ύστερα, όταν κανείς αδικήση ή πληγώση με την συμπεριφορά του έναν άνθρωπο, πρέπει πρώτα να πάη να του ζητήση ταπεινά συγχώρηση, να συμφιλιωθή μαζί του, και έπειτα να εξομολογηθή την πτώση του στον πνευματικό, για να λάβη την άφεση. Έτσι έρχεται η Χάρις του Θεού. Αν πη το σφάλμα του στον πνευματικό, χωρίς προηγουμένως να ζητήση συγχώρηση από τον άνθρωπο που πλήγωσε, δεν είναι δυνατόν να ειρηνεύση η ψυχή του, γιατί δεν ταπεινώνεται. Εκτός αν ο άνθρωπος που πλήγωσε έχη πεθάνει ή δεν μπορή να τον βρη, γιατί άλλαξε κατοικία και δεν έχει την διεύθυνσή του, για να του ζητήση, έστω και γραπτώς, συγγνώμην, αλλά έχη διάθεση να το κάνη, τότε ο Θεός τον συγχωρεί, γιατί βλέπει την διάθεσή του.
Από το βιβλίο:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ
"Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΩΣ"
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
‘’ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ’’
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
<>
Θαυμαστή η μετάνοια του Τζίμη Πανούση
Θαυμαστή η ΜΕΤΑΝΟΙΑ του Τζίμη (Δημητρίου) Πανούση κι αυτό είναι το Θεάρεστο. Κέρδισε τον Παράδεισο. Ευφυής, ανατρεπτικός, πνευματώδης προσωπικότητα με μετάνοια και εξομολόγηση στα τέλη του. Από τις πιό συγκλονιστικές, απρόσμενες ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΕΣ. Ο Θεός να τον αναπαύσει στις Αγκάλες Του!
Είναι γνωστό πως ο Τζίμης Πανούσης, που έχει σπίτι στις Μένητες, έχει μακρά προσωπική σχέση με τον πατέρα Ευδόκιμο. Η απόσταση μικρή Μένητες-Φάλικα. Και η απόσταση αυτή έγινε μικρότερη από την προσωπικότητα του Ευδόκιμου, που πάντα ανοικτός προς όλους δεν κοιτά τις συμβάσεις, αλλά την ουσία των πραγμάτων. Ίσως γι' αυτό ο καλλιτέχνης Τζίμης Πανούσης απόκτησε μέσω του Ευδόκιμου μια σταθερή αναφορά με την ορθόδοξη παράδοση.
Πηγή:
Ομάδα Facebook: Θεολογία, Επιστήμη, Λογοτεχνία, Πολιτισμός
<>
Η δεύτερη χάρη μετά τη χάρη του βαπτίσματος
Μετά τη χάρη του βαπτίσματος δόθηκε από το Θεό στους ανθρώπους η χάρη της μετάνοιας. Γιατί η μετάνοια είναι η δεύτερη αναγέννηση, που μας χαρίζει ο Θεός. Και τον αρραβώνα της αιώνιας ζωής, που λάβαμε με την πίστη μας στο βάπτισμα, τον ξαναπαίρνουμε τώρα, με τη μετάνοια, ως χάρισμα του Θεού. Μετάνοια είναι η θύρα από την οποία περνάμε και συναντούμε την ευσπλαχνία του Θεού. Κι αυτή η θύρα είναι ανοιγμένη για όσους τη θέλουν. Αν δεν περάσουμε απ’ αυτή την είσοδο, δεν πρόκειται να βρούμε έλεος. Διότι, κατά τη θεία Γραφή, όλοι οι άνθρωποι αμάρτησαν, όμως ο Θεός, με τη δική του χάρη, τους απαλλάσσει και τους κάνει δικαίους δωρεάν, μόνο με τη μετάνοιά τους (Ρωμ. 3, 24). Η μετάνοια είναι η δεύτερη χάρη που δίνει ο Θεός, και γεννιέται στην καρδιά που έχει πίστη (εμπιστοσύνη) και φόβο Θεού. (281 – 2).
ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ
Από την ασκητική εμπειρία του Αγίου ΙΣΑΑΚ του Σύρου
Ερμηνευτική απόδοση – επιμέλεια Κωνσταντίνου Χρ. Καρακόλη,
Εκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
<>
Φυλακές ἀνδρῶν…! Σάββατο πρωί…! Στόν ἱερό Ναό τοῦ ῾Αγίου ᾿Ελευθερίου, ἡ θεία Λειτουργία τελείωσε. Πόση θερμή προσευχή ἔγινε καί σήμερα στό Λυτρωτή, γιά νά ἀνοίξουν τά σίδερα τῶν φυλακῶν, γιά νά σπάσουν τά σίδερα τῶν παθῶν, γιά νά ἔρθει ἡ πολυπόθητη ἐλευθερία στούς κρατουμένους…! Μήν ἀργεῖς, Κύριε…
Ἀπό τά μεγάφωνα τοῦ Σωφρονιστηρίου ἀναγγέλλεται· «῏Ηρθαν οἱ ῾Ιεροκήρυκες. ῞Οποιος κρατούμενος ἐπιθυμεῖ, ἄς κατεβεῖ γρήγορα στό Ναό…». Σέ λίγο οἱ ῾Ιεροκήρυκες ὑποδέχονται μέ πολλή ἀγάπη, ὅπως ἄλλωστε κάθε Σάββατο, ἐκείνους πού λαχταροῦν νά ἀκούσουν τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ. ᾿Εκείνους, πού μέσα στήν ἀσφυξία τῆς ἀνελευθερίας τους, θέλουν νά ἀναπνεύσουν, νά ξεκουραστοῦν, νά φωτιστοῦν, νά ἐλπίσουν, νά πιαστοῦν ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καί τήν ἔχουν μεγάλη ἀνάγκη.
Εἶναι ἡ μοναδική τους παρήγορη διέξοδος… γιά ἀνακούφιση…, γιά ὄνειρα…, γιά ἀληθινή ζωή…! ῞Ενας, δύο, τρεῖς … εἴκοσι ἑπτά! Προσκυνοῦν μέ σεβασμό τίς ἅγιες εἰκόνες καί τακτοποιοῦνται στίς θέσεις τους…Τό σημερινό μάθημα ἀναφέρεται στά πρόσωπα τοῦ Γολγοθᾶ. Στά πρόσωπα, πού πλαισίωναν τόν ᾿Εσταυρωμένο Θεάνθρωπο στίς πιό τραγικές του ὧρες. Μέ ἀπόλυτη σιγή καί συγκινητική κατάνυξη παρακολουθοῦν καί ρουφοῦν…
Στό τέλος μέ πολλή ἁπλότητα ἐκφράζουν τίς ἐντυπώσεις, τίς ἀπορίες, τούς προβληματισμούς τους, συζητοῦν…!
-᾿Εμένα μοῦ ἔκαμε τρομερή ἐντύπωση, λέει κοφτά ἕνας γεροδεμένος κρατούμενος, ὁ Ληστής! «Τόν πάω»! Πάρα πολύ μοῦ ἄρεσε! Ἦταν ἀνέλπιστα τυχερός…! Βλέπετε, μποροῦμε στή ζωή μας νά ἐμπνεόμαστε καί ἀπό ἀρνητικά πρότυπα, ἀκόμη καί ἀπό ληστές, πού βρῆκαν ὅμως τό σωστό δρόμο, τό δρόμο τοῦ Θεοῦ…
-᾿Εξήγησέ μας, γιατί θαύμασες τόσο πολύ τό Ληστή;
-Γιατί μέ μία μόνο κουβέντα του, συγχώρα με, Θεέ μου, «μνήσθητί μου, Κύριε», σώθηκε, τοῦ σβήστηκαν ὅλα του τά κρίματα, κέρδισε τόν Παράδεισο καί ἦταν ὁ πρῶτος πού μπῆκε. Δέν τό χωράει ὁ νοῦς μου πόσο τόν συμπόνεσε, ἀλλά καί πόσο τόν κατάλαβε ὁ Χριστός! Τόν ἀγάπησα αὐτόν τό Ληστή. Θέλω νά τοῦ μοιάσω, νά ἔχω τήν τύχη του…!
-Μακάρι, μακάρι, ὁλόψυχα σοῦ τό εὐχόμαστε. ᾿Αφοῦ τόσο τό θέλεις, θά γίνει αὐτό. Μέ μία ὅμως προϋπόθεση· Νά μοιάσεις στό Ληστή ὄχι μόνο στή βαθιά του μετάνοια, ἀλλά καί σέ κάτι ἄλλο σπουδαῖο πού ἔκαμε· -Ποιό εἶναι αὐτό; -Νά τοῦ μοιάσεις στήν ὁμολογία του. Τί εἴπαμε ὅτι ὁμολόγησε; ῞Οτι ὁ Χριστός εἶναι βασιλιάς καί ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι
ἁμαρτωλός! «᾿Εμεῖς δίκαια τιμωρούμεθα καί ἀπολαμβάνουμε ἄξια γιά αὐτά πού πράξα-
με…»! ῾Η μετάνοια ὁδηγεῖ στήν ὁμολογία καί αὐτή στή Λύτρωση. Αὐτή τήν ὁμολογία τή
λέμε ἀλλιῶς ἐξομολόγηση. ῾Ο Χριστός δίδαξε τούς μαθητές του πῶς νά γίνουν σωστοί ἐξομολόγοι. Καί ὁ ῎Ιδιος αὐτό ἔκαμε ἐπάνω στό Σταυρό. ῾Ο Ληστής ἐξομολογήθηκε καί ὁ
Χριστός τόν συγχώρησε…!
-Αὐτό δέν τό ἤξερα ἔτσι, δέν τό εἶχα καταλάβει.
-Σκέφτηκες ποτέ νά ἐξομολογηθεῖς; ῎Ενιωσες αὐτή τήν ἀνάγκη; Θέλεις νά ἐξομολογηθεῖς, νά Τοῦ ὁμολογήσεις ὅλα μέ συντριβή, ταπείνωση και εἰλικρίνεια; Θέλεις νά σωθεῖς;
-Ναί! Θέλω! Θέλω πολύ καί γρήγορα! ῞Ομως, θά μοῦ φέρεις Οriginal παπά. ῎Οχι ἀπό αὐτούς τῶν φυλακῶν. Δέν τούς ἐμπιστεύομαι. Φοβᾶμαι μήπως… Καταλαβαίνεις…
-Εἶναι σπουδαῖοι ἐξομολόγοι οἱ ῾Ιερεῖς τῶν φυλακῶν. ῞Ομως, ἐπειδή σέ καταλαβαίνω, θά σοῦ φέρω Οriginal, ὅπως τόν ζήτησες…
-Θά τόν περιμένω μέ ἐνδιαφέρον καί ἀγωνία. ……
῎Εγινε!…-Μήπως θέλει καί κάποιος ἄλλος νά ἐξομολογηθεῖ; Μήπως κάποιος θέλει νά πάρει τή θέση τοῦ Διονύση, πού ζήτησε κι ἐκεῖνος Οriginal ἐξομολόγο, ἀλλά δέν πρόλαβε, γιατί μετακινήθηκε ἀναπάντεχα σέ ἄλλη φυλακή;
-᾿Εγώ! ᾿Εγώ θέλω νά ἐξομολογηθῶ…!
-᾿Εσύ; Ρωτάει ἀπότομα καί δύσπιστα ὁ ᾿Αρχιφύλακας, πού πάντα φρουρεῖ στό Ναό τήν
ὥρα τούτη. ᾿Εσύ, θέλεις ἀλήθεια νά ἐξομολογηθεῖς;
-Ναί! Θέλω καί μάλιστα πολύ! Τό ἀποφάσισα! Καί ξέρεις γιατί; Τό εἶχα μέσα μου, τό σκεφτόμουνα συνέχεια, ἔνιωθα τήν ἀνάγκη νά ξαλαφρώσω, ἀλλά δέ μοῦ δινόταν ἡ εὐκαιρία. Κάθε Σάββατο πρωί δουλεύω στά μαγειρεῖα. Σήμερα γιά πρώτη φορά, κατά παράξενο τρόπο,μέ ἐξαίρεσαν.᾿Ε, δέν εἶναι τυχαῖο αὐτό! Δέν εἶναι τυχαῖο. Κατάλαβες,᾿Αρχιφύλακα; Θέλω νά ἐξομολογηθῶ…!
-Συγχαρητήρια καί στούς δυό σας, πού πήρατε αὐτή τήν ἡρωική ἀπόφαση. Καλή σας
προετοιμασία…
Η συγκέντρωση τελείωσε.῾Ο Οriginal Πνευματικός ἦρθε τήν καθορισμένη ἡμέρα ὁλοπρόθυμος. ῟Ωρες κράτησε ἡ ἐξομολόγηση τῶν δύο κρατούμενων…῟Ωρες μυστηρίου καί ἀγάπης.῟Ωρες εἰλικρίνειας καί συμφιλιώσεως μέ τό Θεό. ῟Ωρες φωτισμοῦ καί κάθαρσης, εἰρήνης καί ἐλευθερίας! Βγαίνοντας ἀπό τήν Οriginal ἐξομολόγηση ὁ ἕνας εἶπε βουρκωμένος· «᾿Από σήμερα μπορῶ νά χαμογελάω»! Ο ἄλλος τόνισε μέ πεῖσμα· «Δέ μέ νοιάζει νά σαπίσω στή φυλακή. ᾿Από αὐτή τή στιγμή νιώθω ἐλεύθερος…!» καί πολλή χαρά ἔβγαινε ἀπό τό πρόσωπό του. Δόξα Σοι, Κύριε!… Εὐλόγησε τούς Οriginal ἐξομολογούμενους καί τούς Οriginal ᾿Εξομολόγους…
Η.Μ.
Σημείωση· ῾Ο πρῶτος ἀπό τούς δύο κρατουμένους, ὅταν πῆρε ἄδεια, πῆγε στό ῞Αγιον ῎Ορος καί συνάντησε τό Γέροντα, μέ τόν ὁποῖο εἶχε μιλήσει στήν ἁγνή του νιότη! ᾿Εκεῖνος, ὅταν τόν εἶδε, τόν ἀναγνώρισε, συζήτησε μαζί του, ἔβγαλε τό σκοῦφο του, σηκώθηκε ὄρθιος καί τοῦ εἶπε πρίν τόν ξεπροβοδίσει:
«Εἰκοσιπέντε χρόνια σέ περίμενα. Τώρα μπορῶ νά πεθάνω ἥσυχος»!
Από το Περιοδικό: “Η Δράσις μας”Φεβρουάριος 2009 Τεύχος 466
Πηγή: Περιοδικό "ΕΠΙ ΤΗΝ ΠΗΓΗΝ ΤΟΥ ΑΓΙΑΣΜΑΤΟΣ", Ἔτος 3ο, Ἀρ. Φύλλου. 11, Ὀκτώβριος 2010.
<>
π. Δημήτριος Γκαγκαστάθης (+1975): Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ οδηγεί μία γυναίκα σε μετάνοια
O αγιασμένος σύγχρονος Γέροντας και ιερέας των Τρικάλων, π. Δημήτριος Γκαγκαστάθης, με την άδεια της Ευαγγέλιας Γ., μας αναφέρει την μεταστροφή της από την αμαρτωλή ζωή στην συνειδητή Χριστιανική ζωή και στο Ιερό Μυστήριο της Θείας Εξομολόγησης.
* * *
Μας αναφέρει ο π. Δημήτριος Γκαγκαστάθης:
Η Ευαγγελία Γ., ετών 28, κάτοικος Βάνιας, στις 6 Αυγούστου το απόγευμα έπαθε τα εξής:
Η Ευαγγελία από τα μικρά της χρόνια είχε μία άστατη ζωή. “Έκανε τήν ζωή της” μή έχοντας καμμία σχέση μέ τόν Θεό καί τήν Εκκλησία, καί τελευταία συζούσε παράνομα μέ έναν παντρεμμένο, τόν Ν.Κ. 54 ετών, πού είχε αφήσει τήν γυναίκα του…
Ό Θεός όμως περίμενε τήν μετάνοιά της…
Στίς 6 Αυγούστου τού 1958 , ημέρα Τετάρτη, στίς 7 τό απόγευμα πήγε φαγητό στόν φίλο της πού έβοσκε τά πρόβατα. Τό έδωσε, καί φεύγοντας από εκεί γιά τό σπίτι της, τής παρουσιάστηκαν στόν δρόμο κάποια άγνωστα, περίεργα πλάσματα…
Τήν φοβέριζαν, γιατί είχε έλθει πιά ή οργή τού Θεού επάνω της καί έπρεπε νά ξεκαθαρίσει τήν θέση της. Άλλοι τήν έδερναν, άλλοι τήν τραβούσαν νά τήν πνίξουν στό νερό, άλλοι τήν έσπρωχναν δεξιά καί αριστερά…
Τελικά τήν πήγαν σ΄ ένα μαντρί, καί εκεί όλη τήν νύκτα πέρασε αφάνταστη τιμωρία…
Τήν επόμενη μέρα, στίς 1 τό μεσημέρι, τήν βρήκαν σέ μιά καλύβα βασανιζόμενη από ακάθαρτα πνεύματα. Είχε δαιμονισθεί!
Τήν πήραν καί τήν έφεραν στό σπίτι της, καί εκεί, δέν έπαψε νά φωνάζει δυνατά καί νά συνομιλεί μέ πονηρά πνεύματα δεχόμενη φοβερό ξύλο από αυτά…
‘Ολα τά παραπάνω τά διαβεβαιώνω σάν ιερέας τού χωριού καί σάν αυτόπτης μάρτυρας, μιά καί μέ κάλεσαν νά τής διαβάσω εξορκιστικές ευχές γιά νά ησυχάσει…
Στίς 6 τό απόγευμα φέραμε στήν δαιμονισμένη, τήν εικόνα τών Παμμεγίστων Ταξιαρχών, καί όπως ομολόγησε μετά ή ίδια, συνέβησαν περίεργα καί θαυμαστά πράγματα…
Μέ τήν είσοδο τής εικόνας τών Αρχαγγέλων στό σπίτι της είδε έναν αστραπόμορφο νέο μέ σπαθί πού τής είπε:
“Μή φοβάσαι, εγώ θά σέ απαλλάξω από όλα αυτά, αλλά θά σταματήσης τίς αμαρτίες πού μέχρι σήμερα έκανες καί θά μετανοήσεις. Εγώ θά είμαι μαζί σου ! Νά τό πείς αυτό παντού, ότι ή Εκκλησία έχει ζωντανή θρησκεία, γιά νά πιστέψει ό κόσμος καί νά μετανοήσει…”.
Καί αμέσως, μέ τά τελευταία λόγια τού Αρχαγγέλου, τά πνεύματα τού σκότους διαλύθηκαν, έπαψαν τά φαινόμενα καί επανήλθε στόν εαυτό της. Σηκώθηκε, προσκύνησε τήν εικόνα ευχαριστώντας τούς Αγίους γιά τήν προστασία τους καί υποσχέθηκε αλλαγή ζωής από τήν ίδια ώρα!…
Σήμερα είναι καλά, διηγούμενη όσα είδε καί έπαθε, καί ενθυμούμενη πάντα τόν Αρχάγγελο Μιχαήλ όμοιο μέ αστραπή μέ τό σπαθί στό χέρι, πού τήν έσωσε από τήν τιμωρία τών ακαθάρτων πνευμάτων…
Τά παραπάνω τά γράφω σάν αυτόπτης μάρτυς τών εν λόγω συμβάντων…
Ο ιερεύς τού χωριού,
π. Δημήτριος Γκαγκαστάθης, Βάνια Τρικάλων, 1958 – Αυγούστου 10
Από το βιβλίο: Ευάγγελος Π. Λέκκος, Παπα-Δημήτρης Γκαγκαστάθης – Σύγχρονοι Γέροντες, εκδ. Σαΐτης, 2011
<>
Χρειάζεται πνευματικός οδηγός στην πνευματική ζωή
Σήμερα το πιο απαραίτητο είναι να βρουν οι άνθρωποι έναν πνευματικό , να εξομολογούνται, να του έχουν εμπιστοσύνη και να τον συμβουλεύωνται. Αν έχουν πνευματικό και βάλουν ένα πρόγραμμα με προσευχή και λίγη μελέτη, εκκλησιάζωνται , κοινωνούν , τότε δεν έχουν τίποτε να φοβηθούν σ’ αυτήν την ζωή.
Η ψυχή πρέπει να παρακολουθήται από τον πνευματικό, για να μη λαθέψη τον δρόμο της. Μπορεί να βοηθάη στον αγώνα λ.χ. και η πνευματική μελέτη, αλλά, αν κανείς δεν έχη πνευματικό οδηγό, μπορή να δίνη δικές του ερμηνείες σ’ αυτά που διαβάζει, και να πλανηθή.
Βλέπεις, και όταν κάποιος πάη κάπου με το αυτοκίνητό του και δεν γνωρίζη καλά τον δρόμο, μπορεί να συμβουλεύεται τον χάρτη, αλλά σταματάει κιόλας και ρωτάει, για να μην πάρη λάθος δρόμο. Ξεκινάει, ας υποθέσουμε ,από την Αθήνα να πάη στην Φλώρινα. Έχει χάρτη και τον παρακολουθεί, αλλά ρωτάει και σε κανένα περίπτερο αν πηγαίνη καλά, αν ο δρόμος είναι καλός, γιατί σε καμμιά διασταύρωση υπάρχει κίνδυνος να πάρη άλλο δρόμο και να βρεθή στην Καβάλα ή σε κάποιον γκρεμό να κινδυνέψη να σκοτωθή. Φυσικά, μπορεί κάποιος να ρωτήση, αλλά να μην πάρη τον δρόμο που θα του πουν, και να βρεθή τελικά αλλού, ή να μην προσέξη τα επικίνδυνα σημεία , και να πάθη κακό. Όποιος όμως του δείξη τον δρόμο και συγχρόνως του πη: «Πρόσεξε ,στο τάδε σημείο έχει μια επικίνδυνη στροφή, εκεί έχει έναν γκρεμό…», εκείνος θα έχη τον μισθό του. Το ίδιο, θέλω να πω, πρέπει να γίνεται και στην πνευματική ζωή. Είναι απαραίτητο ο πιστός να έχη πνευματικό οδηγό που θα τον καθοδηγή με τις συμβουλές του και θα τον βοηθάη δια του μυστηρίου της εξομολογήσεως. Έτσι μόνον μπορεί να ζήσει ορθόδοξη πνευματική ζωή και να είναι σίγουρος ότι βρίσκεται στον σωστό δρόμο.
Τον πνευματικό οδηγό φυσικά κανείς θα τον διαλέξη. Δεν θα εμπιστευθή στον οποιονδήποτε την ψυχή του. Όπως για την υγεία του σώματος ψάχνει να βρη καλό γιατρό, έτσι και για την υγεία της ψυχής του θα ψάξη να βρη κάποιον καλό πνευματικό και θα πηγαίνη σ’ αυτόν , τον γιατρό της ψυχής ,τακτικά.
Από το βιβλίο «Πνευματικός αγώνας »
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ’
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
<>
Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης (+1994): Η εξομολόγηση λυτρώνει τον άνθρωπο
- Γέροντα, στα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού οι Χριστιανοί έκαναν δημόσια εξομολόγηση. Βοηθάει αυτό;
- Άλλα τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού και άλλα τώρα. Σήμερα αυτό δεν βοηθάει.
- Γιατί, Γέροντα; Τότε είχαν πιο πολύ ζήλο;
- Και πιο πολύ ζήλο είχαν και δεν είχαν αυτά που έχουν σήμερα οι άνθρωποι. Τώρα, βλέπεις, τα ανδρόγυνα χωρίζουν στα καλά καθούμενα, δεν είναι όπως παλιά.
Έχουν απομακρυνθή οι άνθρωποι από το μυστήριο της εξομολογήσεως, γι' αυτό και πνίγονται από τους λογισμούς και τα πάθη. Πόσοι έρχονται και ζητούν να τους βοηθήσω σε κάποιο πρόβλημα τους, και ούτε εξομολογούνται ούτε εκκλησιάζονται! «Εκκλησιάζεσαι καθόλου;», τους ρωτάω. «Όχι», μου λένε. «Εξομολογήθηκες καμμιά φορά;». «Όχι. Ήρθα να με κάνης καλά». «Μα πως; Πρέπει να μετανοήσης για τα σφάλματά σου, να εξομολογήσαι, να εκκλησιάζεσαι, να κοινωνάς, όταν έχης ευλογία από τον πνευματικό σου, και εγώ θα κάνω προσευχή να γίνης καλά. Ξεχνάς ότι υπάρχει και άλλη ζωή και πρέπει να ετοιμασθούμε για 'κεί;». «Κοίταξε, πάτερ, αυτά που λες, εκκλησίες, άλλη ζωή κ.λπ., εμένα δεν με απασχολούν. Αυτά είναι παραμύθια. Έχω πάει σε μάγους, σε μέντιουμ και δεν μπόρεσαν να με κάνουν καλά. Έμαθα ότι εσύ μπορείς να με κάνης καλά». Άντε τώρα! Τους μιλάς για εξομολόγηση, για την μέλλουσα ζωή, και σου λένε «αυτά είναι παραμύθια», και από την άλλη μεριά: «Βοήθησέ με, παίρνω χάπια». Εμ πως, με μαγικό τρόπο θα γίνουν καλά;
Και βλέπεις, πολλοί, ενώ έχουν προβλήματα που τα προκάλεσαν οι αμαρτίες τους, δεν πηγαίνουν στον πνευματικό που μπορεί να τους βοηθήση θετικά, αλλά καταλήγουν να εξομολογούνται στους ψυχολόγους. Λένε το ιστορικό τους, τους συμβουλεύονται για τα προβλήματά τους και, αν έχουν να περάσουν ένα ποτάμι, τους ρίχνουν μέσα και ή πνίγονται ή βγαίνουν , αλλά που βγαίνουν ... Ενώ, αν πάνε να εξομολογηθούν στον πνευματικό, θα περάσουν στην άλλη όχθη από την γέφυρα άνετα, γιατί με το μυστήριο της εξομολογήσεως ενεργεί η Χάρις του Θεού και λυτρώνονται.
- Γέροντα, μερικοί λένε: «Δεν βρίσκουμε καλούς πνευματικούς, γι' αυτό δεν πάμε να εξομολογηθούμε».
- Αυτά είναι δικαιολογίες. Κάθε πνευματικός έχει θεία εξουσία, εφόσον φοράει πετραχήλι. Τελεί το μυστήριο, έχει την θεία Χάρη και, όταν διαβάση την συγχωρητική ευχή, ο Θεός σβήνει όλες τις αμαρτίες τις οποίες εξομολογηθήκαμε με ειλικρινή μετάνοια. Από μας εξαρτάται πόσο θα βοηθηθούμε από το μυστήριο της εξομολογήσεως. Ήρθε εκεί στο Καλύβι μια φορά κάποιος που είχε ψυχολογικά προβλήματα, με τον λογισμό ότι έχω διορατικό χάρισμα και θα μπορούσα να τον βοηθήσω. «Τι προβλέπεις, μου λέει, για μένα;». «Να βρης, του λέω, έναν πνευματικό να εξομολογήσαι, για να κοιμάσαι σαν το πουλάκι και να μην παίρνης χάπια». «Δεν υπάρχουν, μου λέει, σήμερα καλοί πνευματικοί. Παλιά υπήρχαν». Έρχονται με καλό λογισμό, ότι θα βοηθηθούν, αλλά δεν δέχονται αυτό που τους λες, και κρίμα στα ναύλα.
Βλέπω όμως και μια καινούργια τέχνη του διαβόλου. Βάζει στους ανθρώπους τον λογισμό ότι, αν κάνουν κάποιο τάμα και το εκπληρώσουν, αν πάνε και κανένα προσκύνημα, είναι εντάξει πνευματικά. Και βλέπεις πολλούς να πηγαίνουν με λαμπάδες και με τάματα στα μοναστήρια, στα προσκυνήματα, να τα κρεμάνε εκεί, να κάνουν και μεγάλους σταυρούς, να κλαίνε και λιγάκι, και να αρκούνται σ' αυτά. Δεν μετανοούν, δεν εξομολογούνται, δεν διορθώνονται, και χαίρεται το ταγκαλάκι.
- Γέροντα, ένας άνθρωπος που δεν εξομολογείται μπορεί να είναι εσωτερικά αναπαυμένος;
- Πώς να είναι αναπαυμένος; Για να νιώση κανείς ανάπαυση, πρέπει να πετάξη τα μπάζα από μέσα του. Αυτό θα γίνη με την εξομολόγηση. Ανοίγοντας ο άνθρωπος την καρδιά του στον πνευματικό και λέγοντας τα σφάλματά του, ταπεινώνεται, και έτσι ανοίγει την πύλη του Ουρανού, έρχεται πλούσια η Χάρις του Θεού και ελευθερώνεται.
Πριν από την εξομολόγηση στην κορυφή του υπάρχει ομίχλη, βλέπει θαμπά και δικαιολογεί τα σφάλματά του. Γιατί, όταν ο νους του είναι σκοτισμένος από τις αμαρτίες, δεν βλέπει καθαρά. Με την εξομολόγηση κάνει μια «φούουου», φεύγει η ομίχλη και καθαρίζει ο ορίζοντας. Γι' αυτό, όσους έρχονται να συζητήσουμε ένα θέμα ή να μου ζητήσουν μια συμβουλή κ.λπ., αν δεν έχουν εξομολογηθή ποτέ, τους στέλνω πρώτα να εξομολογηθούν και μετά να έρθουν να μιλήσουμε. Μερικοί μου λένε: «Γέροντα, αφού εσύ μπορείς να καταλάβης τι πρέπει να κάνω γι' αυτό το θέμα, πες μου». «Και να καταλάβω εγώ τι πρέπει να κάνης, τους λέω, δεν θα καταλάβης εσύ τι θα σου πω. Γι' αυτό πήγαινε πρώτα να εξομολογηθής και ύστερα έλα να συζητήσουμε». Γιατί, πώς να επικοινωνήσης και να συνεννοηθής με έναν άνθρωπο, όταν βρίσκεται σε άλλη συχνότητα;
Με την εξομολόγηση πετάει ο άνθρωπος από μέσα του ό,τι άχρηστο έχει και καρποφορεί πνευματικά. Μια μέρα έσκαβα τον κήπο μου, για να φυτέψω λίγες ντοματιές. Εκείνη την ώρα ήρθε κάποιος και μου λέει: «Τι κάνεις, Γέροντα;». «Τι να κάνω; του λέω, εξομολογώ τον κήπο μου». «Καλά, Γέροντα, μου λέει, χρειάζεται και ο κήπος εξομολόγηση;». «Ασφαλώς χρειάζεται. Έχω διαπιστώσει πως, όταν τον εξομολογώ, βγάζω δηλαδή έξω πέτρες, αγριάδες, αγκάθια κ.λπ., τότε βγάζει επίσημα κηπευτικά, αλλιώς οι ντομάτες γίνονται κιτρινιάρικες, καχεκτικές!» ...
<>
Ο διακο-Διονύσιος ο Φιρφιρής διηγείται την μεταστροφή ενός αθέου προς την Θεία Εξομολόγηση και την Εκκλησία
«Διηγήθηκε ὁ διακο-Διονύσιος ὁ Φιρφιρῆς:
“Κάποτε βρέθηκα γιά δουλειά ἔξω στή Θεσ/νίκη. Πῆγα σ᾽ ἕνα ἐστιατόριο νά φάω. Ἔκανα τήν προσευχή μου καί κάθησα νά φάω. Παραδίπλα ἦταν μιά παρέα. Μοῦ λέει κάποιος λαϊκός...
—Λοιπόν, τί μᾶς παριστάνεις τώρα; Τί θέλεις νά μᾶς δείξης;
—Γιά νά μήν μοῦ σταθῆ κανένα κόκκαλο στόν λαιμό, βρέ ἀδελφέ, ἀπάντησα λίγο ὀργισμένα.
Σέ λίγο ἀπ᾽ τό τραπέζι αὐτῆς τῆς παρέας ἀκούστηκε θόρυβος καί βιαστικά κάποιον τόν ἔβγαλαν ἔξω. Ἐγώ δέν γύρισα νά κοιτάξω. Μετά ἀπό καιρό πού ξαναβγῆκα στή Θεσ/νίκη μέ συναντᾶ κάποιος κοντά στό Λευκό Πύργο καί μέ χαιρετᾶ ρωτώντας:
—Μέ γνωρίζεις, Πάτερ;
—Ὄχι, ἀπαντῶ.
—Δέν μέ θυμᾶσαι; Ἐσύ μ᾽ ἔκανες Χριστιανό.
—Δέν σέ θυμᾶμαι.
—Θυμᾶσαι κάποτε σ᾽ ἕνα ἑστιατόριο πού ἔτρωγες καί κάποιος σοῦ εἶπε αὐτό καί αὐτό;
—Ναί, κάτι θυμᾶμαι.
—Ἔ, ἐγώ ἤμουν. Βλέπεις ἐδῶ; Μοῦ στάθηκε ἕνα κόκκαλο στό λαιμό καί μοῦ ἔκαναν ἐγχείρησι γιά νά τό βγάλουν, ἐνῶ συγχρόνως μοῦ ἔδειχνε τό λαιμό του μέ τό σημάδι τῆς τομῆς. Μετά ἀπ᾽ αὐτό καί στήν Ἐκκλησία πηγαίνω καί ἐξομολογοῦμαι καί προσευχή κάνω. Σ᾽ εὐχαριστῶ, Πάτερ· ἐσύ μ᾽ ἔσωσες”»(
http://apantaortodoxias.blogspot.com/2022/04/blog-post_304.html).
<>
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου